Ζήσης Ψάλλας
Οι επιστήμονες έχουν ήδη ανακαλύψει ότι το μικροβίωμα του εντέρου αλλάζει στα άτομα με χρόνια καρδιακή νόσο. Τα ευρήματα του αλλοιωμένου μικροβιώματος του εντέρου έχουν αμφισβητηθεί επειδή επιτεύχθηκαν σε μελέτες ασθενών που έλαβαν φαρμακευτική αγωγή. Σε ασθενείς με καρδιακή νόσο χορηγούνται πολλά διαφορετικά φάρμακα, καθένα από τα οποία είναι γνωστό ότι τροποποιεί το μικροβίωμα του εντέρου. Ως αποτέλεσμα, δεν ήταν σαφές εάν τα φάρμακα ή η ίδια η καρδιακή νόσος προκάλεσε το διαταραγμένο μικροβίωμα του εντέρου στα άτομα με καρδιαγγειακές διαταραχές.
Για να απαντήσει σε αυτά τα κρίσιμα ερωτήματα, μια ευρωπαϊκή κοινοπραξία ερευνητών δημιούργησε το χρηματοδοτούμενο από την Ευρωπαϊκή Ένωση ερευνητικό πρόγραμμα MetaCardis το 2012 για να διερευνήσει το ρόλο των μικροβίων του εντέρου στην καρδιομεταβολική νόσο.
Οι ερευνητές προσέλαβαν 1.241 μεσήλικες από τη Δανία, τη Γαλλία και τη Γερμανία, συμπεριλαμβανομένων υγιών ατόμων, ατόμων με παχυσαρκία και διαβήτη τύπου 2, αλλά χωρίς διάγνωση καρδιακής νόσου, και ασθενών με έμφραγμα του μυοκαρδίου, στηθάγχη ή καρδιακή ανεπάρκεια. Ποσοτικοποίησαν περίπου 700 διαφορετικά βακτηριακά είδη και υπολόγισαν τις λειτουργίες τους στο μικροβίωμα του εντέρου. Συνέκριναν τα ευρήματα με περισσότερες από 1.000 μόρια που κυκλοφορούν στο αίμα, με πολλές από αυτές τις ενώσεις να προέρχονται από το εργοστάσιο χημείας του εντέρου.
Οι πρώιμες αλλαγές στο μικροβίωμα παρέμειναν σε ασθενείς με καρδιοπάθεια, οι οποίοι επιπλέον εμφάνισαν συγκεκριμένες αλλαγές που σχετίζονται με την καρδιακή νόσο στη σύνθεση και τη λειτουργία του μικροβιώματος του εντέρου. Τόσο στο πρώιμο δυσμεταβολικό στάδιο όσο και στα μεταγενέστερα στάδια της διαγνωσμένης καρδιακής νόσου, το νοσούν μικροβίωμα χαρακτηρίστηκε από απώλεια βακτηριακών κυττάρων.
«Είναι πλέον σαφές ότι συμβαίνουν σημαντικές διαταραχές στο μικροβίωμα του εντέρου των ασθενών που πάσχουν από καρδιακή νόσο και ότι αυτές οι αλλαγές μπορεί να ξεκινήσουν πολλά χρόνια πριν από την εμφάνιση των συμπτωμάτων και της διάγνωσης της καρδιακής νόσου. Αυτές οι αλλαγές στο μικροβίωμα δεν εξηγούνται από τις φαρμακευτικές θεραπείες», είπε ο Oluf Pedersen από το Πανεπιστήμιο της Κοπεγχάγης.
«Η παρέμβαση τόσο σε ανθρώπους όσο και σε τρωκτικά έχει δείξει ότι ένα μη ισορροπημένο εντερικό μικροβίωμα σε διάφορα στάδια ανάπτυξης των καρδιακών παθήσεων μπορεί να τροποποιηθεί και να αποκατασταθεί, εν μέρει, με την κατανάλωση μιας πιο φυτικής και θερμιδικά ελεγχόμενης διατροφής, την αποφυγή του καπνίσματος και τη συμμόρφωση με την καθημερινή άσκηση», είπε ο Pedersen.