Συνέντευξη: Χρήστος Μαζάνης
«Τα φάρμακα που είναι διαθέσιμα σήμερα για τη θεραπεία του Covid-19 χωρίζονται σε αυτά που χρησιμοποιούνται στο σπίτι, όταν η μόλυνση είναι ακόμα σε πολύ πρώιμο στάδιο, και σε αυτά τα οποία πρέπει να χορηγούνται υπό έλεγχο στο νοσοκομείο. Το κλειδί είναι να σταματήσετε τη φλεγμονή και υπάρχουν τόσοι πολλοί τρόποι για να το κάνετε», αναφέρει σε αποκλειστική συνέντευξή του στο zougla.gr o διευθυντής του Ινστιτούτου Φαρμακευτικών Ερευνών του Μιλάνου «Μάριο Νέγκρι», καθηγητής Τζουζέπε Ρεμούτσι.
Ο διακεκριμένος επιστήμονας μιλά, μεταξύ άλλων, για ένα θεραπευτικό πρωτόκολλο που εφάρμοσε το Ινστιτούτο σε Ιταλούς ασθενείς με κορωνοϊό, για τα νέα αντιιικά φάρμακα και για τις νέες θεραπείες.
Επίσης, σχολιάζει τον τρόπο με τον οποίο η Ελλάδα αντιμετώπισε και συνεχίζει να αντιμετωπίζει την πανδημία, δηλώνοντας πως «οι υπεύθυνοι για την επικοινωνία παρουσίασαν ένα υπερβολικά αισιόδοξο σενάριο που, δυστυχώς, οδήγησε σε απώλεια εμπιστοσύνης στους θεσμούς». Ακόμα αναφέρεται και σε συνεργασίες με Έλληνες επιστήμονες, προκειμένου να βρεθούν νέες θεραπείες.
Ακολουθεί η συνέντευξη που παραχώρησε στον δημοσιογράφο Χρήστο Μαζάνη:
Σε ποιο σημείο βρισκόμαστε σήμερα με τον κορωνοϊό; Τι έχουμε μάθει και τι έχουμε ακόμα να μάθουμε;
«Από τις πρώτες περιπτώσεις διάμεσης πνευμονίας μέχρι σήμερα, έχουμε συλλέξει ποικίλες πληροφορίες για τον SARS-CoV-2 από πολλά εργαστήρια, κλινικά και βασικά ερευνητικά κέντρα σε όλον τον κόσμο. Χάρη στην πρόοδο της επιστημονικής έρευνας, ανακαλύψαμε πώς ο νέος κορωνοϊός μολύνει τα κύτταρα και πώς το σώμα μας ανταποκρίνεται για να αμυνθεί. Σήμερα γνωρίζουμε ότι η πραγματική αιτία της σοβαρής εξέλιξης της νόσου Covid-19 δεν είναι ο ίδιος ο ιός, αλλά η ανοσολογική και φλεγμονώδης απόκριση. Γνωρίζουμε επίσης ότι η ασθένεια δεν περιορίζεται στην ανώτερη αναπνευστική οδό και στους πνεύμονες, αλλά μπορεί επίσης να επηρεάσει πολλά άλλα όργανα και ιστούς, όπως η καρδιά, τα νεφρά, το δέρμα, ακόμη και τον εγκέφαλο, όπου τα μακροχρόνια συμπτώματα μπορεί να επιμείνουν, ακόμη και όταν η μόλυνση έχει περάσει. Όλα αυτά μας βοήθησαν στην αναζήτηση θεραπειών των οποίων την αποτελεσματικότητα εξακολουθούμε να δοκιμάζουμε σήμερα σε κλινικές δοκιμές, με ενθαρρυντικά αποτελέσματα για ορισμένες από αυτές, και φυσικά στην ανάπτυξη εμβολίων. Αντίθετα, αυτό που πρέπει να καταλάβουμε καλύτερα είναι ότι όλα όσα λέμε για τον ιό έχουν αξία εκείνη ακριβώς τη στιγμή που τα λέμε, διότι αυτό το οποίο ισχύει σήμερα μπορεί να αποδειχθεί ψευδές αύριο. Το να κάνεις προβλέψεις και να έχεις βεβαιότητα με αυτόν τον ιό είναι λάθος».
Έχετε κάνει πολλές δηλώσεις σε ιταλικά Μέσα Ενημέρωσης σχετικά με τη θεραπεία του κορωνοϊού σήμερα. Τελικά πόσο κοντά βρισκόμαστε στην οριστική θεραπεία;
«Η έρευνα συνεχίζεται με μεγάλη αφοσίωση και με αποτελέσματα που φαίνονται αρκετά ελπιδοφόρα, τόσο από πλευράς φαρμάκων όσο και πιθανών νέων εμβολίων. Είναι πρόσφατη η είδηση ότι ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων έχει ξεκινήσει τη διαδικασία αξιολόγησης του νέου αντιιικού Μolnupiravir, το οποίο -σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η φαρμακευτική εταιρεία-, εάν χρησιμοποιηθεί έγκαιρα, θα μπορούσε να μειώσει τον κίνδυνο νοσηλείας και επιδείνωσης της λοίμωξης από Covid-19. Η έρευνα για νέα μονοκλωνικά αντισώματα συνεχίζεται και μελετάται η δυνατότητα χρήσης τους για την πρόληψη σε άτομα που εκτίθενται στον κίνδυνο μόλυνσης. Η έρευνα για νέα εμβόλια συνεχίζεται επίσης και είναι πιθανό κάποια να χρησιμοποιηθούν σύντομα σε άτομα με σοβαρές αλλεργίες που επί του παρόντος δεν μπορούν να εμβολιαστούν».
Ο κορωνοϊός θεραπεύεται στο σπίτι; Τι κάνετε στην Ιταλία;
«Τα φάρμακα που είναι διαθέσιμα σήμερα για τη θεραπεία του Covid-19 χωρίζονται σε αυτά που χρησιμοποιούνται στο σπίτι, όταν η μόλυνση είναι ακόμα σε πολύ πρώιμο στάδιο, και σε αυτά τα οποία πρέπει να χορηγούνται υπό έλεγχο στο νοσοκομείο. Το κλειδί είναι να σταματήσετε τη φλεγμονή και υπάρχουν τόσοι πολλοί τρόποι για να το κάνετε. Τα φάρμακα που μπορούν να χρησιμοποιηθούν στο σπίτι είναι τα κλασικά αντιφλεγμονώδη, ικανά να αναστέλλουν τη φλεγμονώδη απόκριση αναστέλλοντας το COX2, ένα ένζυμο που διεγείρει την παραγωγή φλεγμονωδών πρωτεϊνών. Και ακριβώς στη χρήση αναστολέων COX2, όπως η νιμεσουλίδη και η σελεκοξίμπη, βασίζεται η μελέτη μας για τη φροντίδα στο σπίτι, η οποία πρέπει να πραγματοποιηθεί πολύ νωρίς. Ο ιός πρέπει να σταματήσει αμέσως, τις πρώτες ημέρες, αμέσως μόλις φτάσει στη μύτη, για να αποτραπεί από το να κατέβει από την ανώτερη αναπνευστική οδό σε άλλα όργανα και έτσι να πυροδοτήσει την υπερβολική φλεγμονώδη απόκριση του οργανισμού και του ανοσοποιητικού συστήματος».
Έχετε μιλήσει για συγκεκριμένο πρωτόκολλο θεραπείας που εφαρμόζετε στην Ιταλία και έχει μελετηθεί στο Ινστιτούτο σας. Τι προβλέπει αυτό;
«Μαζί με τον δρα Fredy Suter, πρώην επικεφαλής του Τμήματος Μολυσματικών Ασθενειών στο Νοσοκομείο του Μπέργκαμο, και με τη θεμελιώδη συνεισφορά μιας ομάδας οικογενειακών γιατρών από το Βαρέζε, συμπεριλαμβανομένης της δρος Έλενα Κονσολάρο, πραγματοποιήσαμε μια πολύ σημαντική μελέτη, χρησιμοποιώντας αντιφλεγμονώδη. Αντιμετωπίσαμε 90 ασθενείς με νιμεσουλίδη και celecoxib σε πολύ πρώιμο στάδιο, όταν εμφάνισαν αρχικά συμπτώματα, και πριν ακόμη να λάβουν τα αποτελέσματα του τεστ για τον κορωνοϊό. Όταν κάναμε αυτήν τη μελέτη, οι χρόνοι στην Ιταλία για να πάρουμε το αποτέλεσμα του τεστ ήταν πιο αργοί από τώρα και έπρεπε να περιμένουμε περίπου 10 μέρες. Εμείς λοιπόν δεν περιμένανε. Αντιθέτως, χορηγήσαμε αυτά τα αντιφλεγμονώδη για να αποφύγουμε την εμφάνιση αυτού του συνδρόμου υπερ-φλεγμονής που ακολουθεί την εμφάνιση των πρώτων συμπτωμάτων και το οποίο σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να εξελιχθεί σε διαταραχή της πνευμονικής λειτουργίας και σε αναπνευστική ανεπάρκεια.
Ύστερα από 4-5 ημέρες πραγματοποιήσαμε εργαστηριακές εξετάσεις.Τώρα… στην περίπτωση που οι εξετάσεις δείχνουν επιπλοκές, δίνουμε χαμηλή δόση ηπαρίνης (αν έχει αυξηθεί κάποιος δείκτης τάσης για θρόμβωση), προχωράμε σε οξυγονοθεραπεία ακόμη και στο σπίτι και, σε ένα συγκεκριμένο σημείο, θα δώσουμε κορτιζόνη, αν εμφανιστούν αναπνευστικά προβλήματα.
Συγκρίναμε αυτούς τους 90 ασθενείς με άλλους που είχαν τα ίδια χαρακτηριστικά (ηλικία, φύλο, συννοσηρότητες και συμπτώματα κατά την έναρξη), αλλά που είχαν λάβει άλλα θεραπευτικά σχήματα (ομάδα ελέγχου). Το αποτέλεσμα είναι ότι από τα άτομα που ξεκίνησαν τη θεραπεία μας μόνο δύο νοσηλεύτηκαν, ενώ μεταξύ εκείνων που ακολούθησαν άλλες θεραπείες, συνολικά 13. Η διαφορά είναι πολύ σημαντική: Ισοδυναμεί με 90% μείωση της ανάγκης για νοσηλεία. Ένας από τους επιμελητές αυτής της εργασίας πρότεινε μεγαλύτερη ομάδα ελέγχου και έτσι στη συνέχεια συγκρίναμε τους 90 ασθενείς με επιπλέον 1.779 που είχαν παρόμοια μεν χαρακτηριστικά με αυτούς, αλλά δεν ήταν εντελώς πανομοιότυποι, και καταλήξαμε στο ίδιο συμπέρασμα. Σημειωτέον, δε, ότι δεν είναι η τέλεια μελέτη, γιατί είναι αναδρομική».
Από την εμπειρία σας ως προέδρου του Ινστιτούτου Φαρμακευτικών Ερευνών, ποια φάρμακα μέχρι στιγμής φαίνεται να ανταποκρίνονται καλύτερα στους ασθενείς με κορωνοϊό;
«Από την εμπειρία μας, από αυτήν την πρώτη μελέτη και από μια δεύτερη, μεγαλύτερη, που διατίθεται επί του παρόντος μόνο για προεκτύπωση, τα αντιφλεγμονώδη φάρμακα που χορηγούνται στα αρχικά στάδια της νόσου εξουδετερώνουν το υπερφλεγμονώδες σύνδρομο. Στη συνέχεια, το πρωτόκολλο προβλέπει να γίνονται αιματολογικές εξετάσεις και, ανάλογα με τα αποτελέσματα και την κλινική εξέλιξη, προχωράμε με κορτιζόνη, αντιβιοτικά ή ηπαρίνη και με νοσηλεία μόνο στο τέλος. Η αποτελεσματικότητα του πρωτοκόλλου φροντίδας στο σπίτι επιβεβαιώνεται επίσης από τα αποτελέσματα μιας ισραηλινής μελέτης για την ασπιρίνη και μιας ινδικής μελέτης για ένα άλλο αντιφλεγμονώδες, την ινδομεθακίνη, που χορηγήθηκε σε νοσηλευόμενους ασθενείς».
Στο μέλλον αναμένουμε φάρμακα και θεραπείες ακόμα καλύτερες και πιο αποτελεσματικές;
«Αυτήν τη στιγμή δουλεύουμε και ψάχνουμε τα αντιιικά. Προς το παρόν, χρησιμοποιούνται αντιιικά φάρμακα που έχουν χρησιμοποιηθεί για άλλες καταστάσεις, για παράδειγμα για τη γρίπη, με όχι ακριβώς συναρπαστικά αποτελέσματα. Αλλά χρειάζεται ακόμα πολλή έρευνα για να βρεθεί το σωστό αντιιικό κατά του SARS-CoV-2 και πιστεύω ότι θα φτάσουμε εκεί πολύ σύντομα. Το Molnupiravir, για το οποίο μιλήσαμε νωρίτερα, είναι το πιο ελπιδοφόρο. Μια διεθνής κλινική μελέτη 775 ηλικιωμένων ή παχύσαρκων, μη εμβολιασμένων ατόμων υψηλού κινδύνου έδειξε ότι η χρήση αυτού του φαρμάκου εντός πέντε ημερών από την έναρξη των συμπτωμάτων μειώνει τη σοβαρότητα της νόσου, τη νοσηλεία και τη θνησιμότητα. Σε αντίθεση με το Remdesivir -το αντιιικό που χρησιμοποιείται για τη θεραπεία του Covid, το οποίο περιοριζόταν στη δημιουργία μόνο ενός είδους παύσης στην αναπαραγωγή του γενετικού υλικού του ιού-, το Molnupiravir είναι ικανό να δημιουργήσει ένα πραγματικό μόνιμο μπλοκ στην ικανότητα του ιού να αναπαραχθεί. Επιπλέον, σε αντίθεση με το Remdesivir και, για να είμαστε ειλικρινείς, ακόμη και σε σχέση με τα μονοκλωνικά αντισώματα, το Molnupiravir είναι εύκολο να ληφθεί (λαμβάνεται από το στόμα) και η θεραπεία μπορεί να γίνει με ασφάλεια στο σπίτι. Είναι εύκολο στη μεταφορά και στην αποθήκευση. Όλα είναι υπέρ εν όψει και της διανομής του στα φτωχότερα έθνη. Η Roche δημιούργησε επίσης ένα αντιιικό (το AT-527), καθώς και η Pfizer το PAXLOVID, το οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί και στο σπίτι. Τα αποτελέσματα προς το παρόν είναι εξαιρετικά ενθαρρυντικά, σε σημείο που το φάρμακο, σύμφωνα με τους ερευνητές της Pfizer, θα μείωνε τις νοσηλείες κατά 89%».
Συνεργάζεστε με Έλληνες επιστήμονες και σε ποιους τομείς;
«Ναι, υπάρχουν σε εξέλιξη συνεργασίες στον τομέα της Νανοϊατρικής μεταξύ των ερευνητών του Ινστιτούτου "Mάριο Νέγκρι", της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ και του Τμήματος Χημείας. Ένα άλλο έργο που θα θέλαμε να αναπτύξουμε με τους Έλληνες συναδέλφους μας αφορά στη μεσογειακή διατροφή και πώς μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως θεραπεία. Επιπλέον, υπάρχει μακρά πολιτιστική και επιστημονική παράδοση στις χώρες μας -Ιταλία και Ελλάδα- στον τομέα της διατροφής και των φυτών με θεραπευτικές ιδιότητες που σίγουρα μπορούν να χρησιμοποιηθούν. Νησιά όπως η Σαρδηνία και η Ικαρία, για παράδειγμα, θα μπορούν να μας δώσουν σημαντικές πληροφορίες για το πώς να ζούμε και να γερνάμε καλά».
Τι άποψη έχετε για την Ελλάδα σχετικά με τον τρόπο που χειρίζεται την πανδημία;
«Το πρώτο κύμα αντιμετωπίστηκε πολύ καλά, γιατί η κυβέρνησή σας αντέδρασε άμεσα με μέτρα και ξεκίνησε μια αποτελεσματική εκστρατεία ενημέρωσης των πολιτών για τις συμπεριφορές που πρέπει να υιοθετήσουν. Επιπλέον,αυξήθηκε ο αριθμός των θέσεων στις ΜΕΘ και τα τεστ. Η κατάσταση με το δεύτερο κύμα ήταν λίγο διαφορετική. Απ' ό,τι μάθαμε, οι ΜΕΘ δεν καλύπτονταν επαρκώς από έμπειρο προσωπικό και υπήρχαν σοβαρές δυσκολίες με τον εντοπισμό των επαφών. Επιπλέον, οι υπεύθυνοι της επικοινωνίας παρουσίασαν ένα υπερβολικά αισιόδοξο σενάριο που δυστυχώς οδήγησε σε απώλεια εμπιστοσύνης στους θεσμούς. Ένα άλλο πρόβλημα αφορούσε στην έλλειψη αυστηρών κανόνων σχετικά με τις συγκεντρώσεις στο μετρό, στα πανεπιστήμια και στα λεωφορεία. Ωστόσο, το πιο κρίσιμο πρόβλημα παραμένει αυτό του εμβολιασμού: Οι άνθρωποι δεν μπορούσαν να πειστούν επαρκώς για τη σημασία και την αναγκαιότητα των εμβολίων, τα οποία χορηγήθηκαν με τη διπλή δόση μόνο στο 60% περίπου του πληθυσμού σας. Ελπίζουμε ότι η κατάσταση θα βελτιωθεί».
Τι να περιμένουμε από το Ινστιτούτο σας σχετικά με ειδήσεις που αφορούν στον κορωνοϊό;
«Από την αρχή της πανδημίας, το Ινστιτούτο "Mάριο Νέγκρι" έχει συμβάλει στην καταπολέμηση του Covid-19 μέσω ερευνητικών προγραμμάτων και δραστηριοτήτων ενημέρωσης που απευθύνονται στο ευρύ κοινό. Η πανδημία μάς ώθησε να επικεντρώσουμε ένα σημαντικό μέρος της δουλειάς μας στην καλύτερη κατανόηση του τρόπου λειτουργίας αυτού του ιού και του τρόπου με τον οποίο μπορεί να αποτραπεί. Σήμερα συνεχίζουμε να διαθέτουμε τις δεξιότητες και τις ανακαλύψεις μας για την καταπολέμηση του ιού και την προώθηση σωστών πληροφοριών».