Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη, άτομα που έχουν μολυνθεί με τη μετάλλαξη Δέλτα καθυστερούν να εμφανίσουν συμπτώματα COVID-19, ενώ είναι ικανά να μεταδίδουν τον ιό SARS-CoV-2.
Συγκεκριμένα, αναλύθηκαν λεπτομερώς στοιχεία από 101 άτομα στην Κίνα που μολύνθηκαν με τη μετάλλαξη Δέλτα μεταξύ Μαΐου και Ιουνίου 2021, καθώς και δεδομένα από στενές επαφές των ατόμων αυτών. Διαπιστώθηκε ότι σε αυτή την περίπτωση χρειάζονται κατά μέσο όρο 6,3 ημέρες για να αναπτυχθούν συμπτώματα και 5,5 ημέρες για να έχουν θετικό RNA, αφήνοντας ένα παράθυρο 0,8 ημερών για μόλυνση χωρίς παρουσία συμπτωμάτων.
Επίσης, διαπιστώθηκε ότι όσοι μολύνθηκαν με τη μετάλλαξη Δέλτα είχαν υψηλότερο ιικό φορτίο στο σώμα τους. Ως αποτέλεσμα, το 74% των μολύνσεων έλαβε χώρα κατά την προσυμπτωματική φάση. Οι ερευνητές υπολόγισαν ακόμη τον βασικό αριθμό αναπαραγωγής ή R0, που είναι ο μέσος αριθμός των ανθρώπων στους οποίους κάθε μολυσμένο άτομο θα μεταδώσει τον ιό σε ευαίσθητο πληθυσμό. Εκτίμησαν ότι η μετάλλαξη Δέλτα έχει R0 6,4, πολύ υψηλότερο από το R0 2 ως 4 που υπολογίστηκε για την αρχική μορφή του SARS-CoV-2.
Όλα τα παραπάνω εξηγούν πώς η μετάλλαξη αυτή κατάφερε να γίνει σύντομα το κυρίαρχο στέλεχος παγκοσμίως.
Ένας μικρός αριθμός συμμετεχόντων στη μελέτη εκδήλωσε τη λοίμωξη με τη μετάλλαξη Δέλτα, ενώ είχε λάβει και τις δύο δόσεις εμβολίου. Όμως, στα άτομα αυτά το ιικό φορτίο ήταν μειωμένο, ειδικά στην κορύφωση της λοίμωξης.
Τα εμβολιασμένα άτομα είχαν επίσης 65% λιγότερες πιθανότητες από τα μη εμβολιασμένα άτομα να μεταδώσουν τον ιό σε κάποιον άλλο. Αυτή η παρατήρηση είναι καθησυχαστική ότι τα εμβόλια παραμένουν αποτελεσματικά και αποτελούν σημαντικότατη απάντησή μας στην πανδημία.
Πηγή: ΕΚΠΑ