Οι πρώτοι μήνες είναι καθοριστικοί για την ανάπτυξη του ανοσοποιητικού συστήματος

Ζήσης Ψάλλας

Ερευνητές στο Karolinska Institutet δείχνουν μια σύνδεση μεταξύ του μητρικού γάλακτος, των ευεργετικών βακτηρίων του εντέρου και της ανάπτυξης του ανοσοποιητικού συστήματος.

«Μια πιθανή εφαρμογή των αποτελεσμάτων μας είναι μια προληπτική μέθοδος για τη μείωση του κινδύνου αλλεργιών, άσθματος και αυτοάνοσης νόσου αργότερα στη ζωή, βοηθώντας το ανοσοποιητικό σύστημα να δημιουργήσει τους ρυθμιστικούς του μηχανισμούς», είπε ο καθηγητής Petter Brodin, παιδίατρος και ερευνητής στο Τμήμα Υγείας Γυναικών και Παιδιών, στο Karolinska Institutet. 

Η συχνότητα εμφάνισης αυτοάνοσων ασθενειών όπως άσθμα, διαβήτης τύπου 1 και νόσος του Crohn αυξάνονται σε παιδιά και εφήβους σε μέρη του κόσμου. Αυτές οι ασθένειες είναι εξουθενωτικές, αλλά όχι τόσο συχνές σε χώρες με χαμηλό εισόδημα όσο στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ.

Ερευνητές στο Karolinska Institutet και συνεργάτες τους μελέτησαν πώς το νεογνικό ανοσοποιητικό σύστημα προσαρμόζεται και διαμορφώνεται από βακτήρια, ιούς, θρεπτικά συστατικά και άλλους περιβαλλοντικούς παράγοντες στους οποίους το μωρό εκτίθεται κατά τους πρώτους μήνες της ζωής του. Παλαιότερες έρευνες έχουν δείξει ότι τα bifidobacteria (μπιφιδοβακτήρια) είναι κοινά σε μωρά που θηλάζουν σε χώρες με χαμηλή συχνότητα αυτοάνοσων ασθενειών.

Το μητρικό γάλα είναι πλούσιο σε HMOs (Human milk oligosaccharides: ολιγοσακχαρίτες ανθρώπινου γάλακτος), τα οποία τα μωρά δεν μπορούν να μεταβολίσουν μόνα τους. Η παραγωγή αυτών των σύνθετων σακχάρων συνδέεται με το εξελικτικό πλεονέκτημα της θρέψης συγκεκριμένων βακτηρίων του εντέρου που παίζουν σημαντικό ρόλο στο ανοσοποιητικό τους σύστημα. Τα μπιφιδοβακτήρια είναι μια τέτοια βακτηριακή κατηγορία.

«Βρήκαμε ότι τα μωρά των οποίων η εντερική χλωρίδα μπορεί να διασπάσει τα HMOs έχουν λιγότερη φλεγμονή στο αίμα και στο έντερο», είπε ο Brodin. «Αυτό οφείλεται πιθανώς στη μοναδικά καλή ικανότητα των μπιφιδοβακτηρίων να διασπούν τα HMOs, να επεκτείνονται στα θηλάζοντα μωρά και να έχουν ευεργετική επίδραση στο αναπτυσσόμενο ανοσοποιητικό σύστημα νωρίς στη ζωή».

Τα αποτελέσματα βασίζονται σε 208 θηλάζοντα μωρά που γεννήθηκαν στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Karolinska μεταξύ 2014 και 2019. Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν επίσης νέες μεθόδους για την ανάλυση του ανοσοποιητικού συστήματος ακόμη και από μικρά δείγματα αίματος.

Οι ερευνητές ελπίζουν να παρακολουθήσουν τα μωρά για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα για να δουν ποια αναπτύσσουν ατοπικό έκζεμα, άσθμα και αλλεργίες.

Η μελέτη δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Cell.

Διαβάστε ακόμη...