Ζήσης Ψάλλας
Ερευνητές στο Salk Institute έδειξαν τη σημασία ορισμένων ενζύμων στο σώμα για τη λειτουργία της μετφορμίνης, ενός αντιδιαβητικού φαρμάκου πρώτης γραμμής.
Οι ερευνητές γνωρίζουν εδώ και 20 χρόνια ότι η μετφορμίνη ενεργοποιεί έναν μεταβολικό διακόπτη, ένα ένζυμο που ονομάζεται AMPK, το οποίο διατηρεί την ενέργεια των κυττάρων υπό χαμηλές θρεπτικές συνθήκες – το ένζυμο ενεργοποιείται επίσης με την άσκηση. Πριν από 12 χρόνια, ο Shaw ανακάλυψε ότι σε υγιή κύτταρα, το AMPK ξεκινά ένα βιοχημικό καταρράκτη αντιδράσεων ρυθμίζοντας δύο πρωτεΐνες που ονομάζονται Raptor και TSC2, οι οποίες μπλοκάρουν το πρωτεϊνικό σύμπλεγμα σωματικής ανάπτυξης mTORC1.
Στη νέα μελέτη, ο Shaw και οι συνάδελφοί του αποσύνδεσαν γενετικά την κύρια πρωτεΐνη, AMPK, από άλλες πρωτεΐνες ώστε να μην μπορούν να λάβουν σήματα από την AMPK, ωστόσο μπορούσαν να λάβουν σήματα από άλλες πρωτεΐνες. Όταν τα ποντίκια έλαβαν μια δίαιτα υψηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά που προκαλεί διαβήτη και στη συνέχεια υποβλήθηκαν σε θεραπεία με μετφορμίνη, το φάρμακο δεν είχε πλέον τις ίδιες επιδράσεις στα ηπατικά κύτταρα, υποδηλώνοντας ότι η επικοινωνία μεταξύ AMPK και mTORC1 είναι ζωτικής σημασίας για τη λειτουργία της μετφορμίνης.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν πως όταν το AMPK δεν μπορούσε να επικοινωνήσει με την πρωτεΐνη Raptor ή την TSC2, η επίδραση της μετφορμίνης σε εκατοντάδες γονίδια μπλοκαρίστηκε. Μερικά από αυτά τα γονίδια σχετίζονται με το μεταβολισμό των λιπιδίων, βοηθώντας στην εξήγηση ορισμένων ευεργετικών επιδράσεων της μετφορμίνης. Αλλά προς έκπληξη, άλλα γονίδια σχετίζονταν με τη φλεγμονή. Τα γενετικά δεδομένα έδειξαν ότι η μετφορμίνη ενεργοποιούσε αντιφλεγμονώδεις οδούς και αυτά τα αποτελέσματα απαιτούσαν AMPK, TSC2 και Raptor.
Τα άτομα που πάσχουν από παχυσαρκία και διαβήτη παρουσιάζουν συχνά χρόνια φλεγμονή, η οποία οδηγεί περαιτέρω σε αύξηση βάρους και άλλες ασθένειες, συμπεριλαμβανομένων των καρδιακών παθήσεων και του εγκεφαλικού επεισοδίου. Επομένως, ο εντοπισμός ενός σημαντικού ρόλου για τη μετφορμίνη στη φλεγμονή και τη σχέση μεταξύ AMPK και mTORC1 για τον έλεγχο της γλυκόζης αποκαλύπτει ότι το φάρμακο μπορεί να θεραπεύσει μεταβολικές ασθένειες μέσω πολλαπλών οδών.
Τα νέα δεδομένα υποδηλώνουν ότι οι ερευνητές θα πρέπει να μελετήσουν την πιθανή χρήση της μετφορμίνης στις φλεγμονώδεις ασθένειες.