Αποφάσισες να ξεκινήσεις δίαιτα κι αυτό σημαίνει ότι πρέπει να πεις «αντίο» στις σοκολάτες, τα κρουασάν, τις πάστες και τα παγωτά…
Επειδή όμως δεν μπορείς –ούτε χρειάζεται– να στερηθείς εντελώς την αγαπημένη σου γλυκιά γεύση, στρέφεσαι σε φυσικά γλυκαντικά όπως το μέλι. Σίγουρα είναι καλύτερο τόσο για την υγεία σου όσο και για τη γραμμή σου να προτιμήσεις το μέλι από τη ζάχαρη στο τσάι σου ή να βάλεις μέλι στη φρυγανιά σου το πρωί αντί για μια έτοιμη μαρμελάδα. Ποια είναι όμως η σωστή ποσότητα για να μην ξεφύγεις με τις θερμίδες;
Αν και υγιεινό, το μέλι θα παύει να ανήκει στα λεγόμενα «πρόσθετα σάκχαρα», τα οποία πρέπει γενικώς να τα καταναλώνεις με μέτρο και δη όταν βρίσκεσαι σε δίαιτα. Είναι εύκολο να ξεφύγεις με τις ποσότητες, ειδικά αν το προσθέτεις γενναιόδωρα στα smoothies, στα δημητριακά σου ή οπουδήποτε αλλού χωρίς να υπολογίζεις τη μερίδα.
Η γλυκιά γεύση του μελιού οφείλεται στη φρουκτόζη που περιέχει, ένα φυσικό σάκχαρο που σε μεγάλες ποσότητες μπορεί να σου προκαλέσει φούσκωμα ή φθορά στα δόντια. Από την άλλη, όταν το καταναλώνεις με μέτρο, το μέλι έχει πολλά οφέλη, κυρίως χάρη στα προβιοτικά και στα αντιοξειδωτικά που σου παρέχει και που δεν θα τα βρεις στη λευκή επεξεργασμένη ζάχαρη.
Σε γενικές γραμμές, τα πρόσθετα σάκχαρα –στα οποία δεν περιλαμβάνονται τα σάκχαρα των φρούτων ή του γάλακτος– δεν πρέπει να αποτελούν πάνω από το 10% των θερμίδων που παίρνεις καθημερινά από τη διατροφή σου. Η Αμερικανική Ένωση Καρδιολογίας συνιστά στις γυναίκες να μην καταναλώνουν πάνω από 6 κουταλιές του γλυκού πρόσθετα σάκχαρα την ημέρα, ποσότητα που αντιστοιχεί περίπου σε 24 γραμμάρια ζάχαρης. Με βάση αυτή την οδηγία, καλό είναι να περιοριστείς σε 1,5 κουταλιά της σούπας μέλι την ημέρα, εφόσον το μέλι είναι η μοναδική πηγή πρόσθετων σακχάρων στη διατροφή σου. Η ποσότητα αυτή παρέχει 96 θερμίδες και 25,5 γραμμάρια ζάχαρης.