Κολλύριο περιόρισε τον καταρράκτη σε πειραματόζωα

ksira-matia-stagones.medium.jpg

Σε κουνέλια και σκύλους δοκιμάστηκαν με επιτυχία πρωτοποριακές οφθαλμικές σταγόνες, που συρρίκνωσαν τον καταρράκτη στα μάτια τους. Το επίτευγμα αποτελεί ένα σημαντικό βήμα για την ανάπτυξη ενός φαρμάκου σε μορφή κολλύριου, το οποίο θα θεραπεύει ή και θα προλαμβάνει τον καταρράκτη, καθιστώντας έτσι περιττή την χειρουργική αφαίρεσή του με συμβατική μέθοδο ή με λέιζερ.

Οι ερευνητές από τις ΗΠΑ και την Κίνα, με επικεφαλής τον οφθαλμίατρο Κανγκ Ζανγκ και τη μοριακή βιολόγο Λινγκ Ζάο του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια-Σαν Ντιέγκο, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό «Nature», σύμφωνα με το «Science», δήλωσαν ότι είναι ακόμη πρόωρο να μιλήσει κανείς για μια νέου τύπου μη επεμβατική αντιμετώπιση του καταρράκτη, καθώς θα πρέπει να προηγηθούν νέες μελέτες σε ζώα και σε ανθρώπους.

Οι καταρράκτες σχηματίζονται, όταν θολώνουν οι φακοί των ματιών, κάτι που συμβαίνει συχνά εξαιτίας της συγκόλλησης των ειδικών πρωτεϊνών (των κρυσταλλινών) που δημιουργούν τους φακούς. Πρόκειται για μια πολύ συνηθισμένη πάθηση διεθνώς, από την οποία πάσχουν πολλά εκατομμύρια άνθρωποι, κυρίως ηλικιωμένοι.

Λόγω της σταδιακής γήρανσης του παγκόσμιου πληθυσμού, μέσα στην επόμενη εικοσαετία αναμένεται να διπλασιασθεί ο αριθμός των χειρουργικών επεμβάσεων για τη θεραπεία και μερικές φορές για την πλήρη αφαίρεση των δυσλειτουργικών φακών, που προς το παρόν αποτελεί την μοναδική θεραπεία της νόσου.

Οι ερευνητές στις ΗΠΑ εστίασαν τις προσπάθειές τους στο να βρουν ένα τρόπο να αποφεύγεται η συγκόλληση των πρωτεϊνών των φακών, η οποία προκαλεί τη θόλωση των τελευταίων. Οι επιστήμονες ανακάλυψαν μια ουσία, τη λανοστερόλη, η οποία μπορεί να εμποδίσει τη δημιουργία του καταρράκτη.

Οι σταγόνες, που περιέχουν λανοστερόλη, δοκιμάσθηκαν σε κουνέλια και γέρικα σκυλιά με καταρράκτη λόγω ηλικίας. Μετά από έξι εβδομάδες θεραπείας, υπήρξε σημαντική βελτίωση στα μάτια των ζώων, κιαθώς οι φακοί τους έγιναν πιο διαυγείς και η «κουρτίνα» του καταρράκτη μειώθηκε σε μέγεθος. Παραμένει ακόμη άγνωστος ο βιολογικός μηχανισμός που επιτρέπει αυτή τη βελτίωση.

Διαβάστε ακόμη...

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *