Η σχέση της βιταμίνης D με την υγεία του σκελετικού συστήματος είναι πλήρως τεκμηριωμένη εδώ και πολλά χρόνια.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν πρόσφατα δεδομένα που φαίνεται να συσχετίζουν την παρούσα βιταμίνη με την υγεία του καρδιαγγειακού συστήματος.
Συγκεκριμένα, δεδομένα από τη D-CarDia, η οποία συμπεριέλαβε 35 μελέτες και 155.000 συμμετέχοντες από Αμερική και Ευρώπη, έδειξαν ότι εκείνοι οι οποίοι είχαν υψηλότερες συγκεντρώσεις της βιταμίνης στο αίμα τους είχαν χαμηλή αρτηριακή πίεση και μικρότερο κίνδυνο να εμφανίσουν υπέρταση. Μάλιστα, για κάθε 10% αύξηση της βιταμίνης στο αίμα παρατηρήθηκε μια μείωση κατά 8,2% του κινδύνου εμφάνισης υπέρτασης.
Η βιταμίνη D ανήκει στην ομάδα των λιποδιαλυτών βιταμινών και γι’ αυτό άλλωστε απαντάται σε τρόφιμα όπου υπάρχει λίπος. Συγκεκριμένα, η διαιτητική βιταμίνη D απαντάται σε τρόφιμα ζωικής προέλευσης και ειδικότερα στο συκώτι, στο βοδινό, στο μοσχάρι, στα αυγά, στα γαλακτοκομικά προϊόντα όπως το γάλα, το τυρί και το βούτυρο και σε κάποια ψάρια όπως η ρέγκα, ο σολομός, ο τόνος και οι σαρδέλες. Επίσης, η βιταμίνη D βιοσυντίθεται κατά την έκθεση του οργανισμού μας στην ηλιακή ακτινοβολία.
Πιθανά, η συμπληρωματική χορήγηση να έχει όφελος στην καρδιαγγειακή υγεία ατόμων με έλλειψη αυτής. Η κατανάλωση μιας ποικιλίας τροφίμων που περιέχουν βιταμίνη D ιδιαίτερα κατά τους χειμερινούς μήνες και γενικότερα κάτω από συνθήκες ανεπαρκής έκθεσης στον ήλιο είναι αναγκαία για τη διατήρηση των επιπέδων της εντός των φυσιολογικών ορίων.
Πηγή: neadiatrofis.gr