Η προσέγγιση ενός υπέρβαρου ή παχύσαρκου παιδιού απαιτεί εξαιρετικά λεπτούς χειρισμούς, καθώς οποιοσδήποτε αδέξιος χειρισμός ή πίεση, με αυστηρές και στερητικές δίαιτες, μπορεί να δημιουργήσει αφενός σοβαρά προβλήματα στην ανάπτυξη αφετέρου να δημιουργήσει μια έντονη ψυχολογική πίεση στο παιδί.
Πολλές φορές τα όχι και τα μη των γονέων είναι αυτά που κάνουν το παιδί να τρώει πολύ περισσότερο.
Κατά συνέπεια όταν μιλάμε για ένα παιδί δεν νοείται η έννοια ολιγοθερμιδικό και αυστηρό διαιτολόγιο.
Αυτό που απαιτείται πρώτα από όλα είναι η συνεργασία παιδιάτρου και κλινικού διαιτολόγου, ούτως ώστε να συνεκτιμηθεί κατά πόσο το παιδί είναι παχύσαρκο, με βάση ειδικές καμπύλες ανάπτυξης που υπάρχουν. Στη συνέχεια, εφόσον όντως διαπιστωθεί ότι το παιδί είναι παχύσαρκο, αυτό που χρειάζεται είναι μια τακτοποίηση του διατροφικού προγράμματος του παιδιού, βελτιώνοντας ποιοτικά το φαγητό του και τα σνακ που καταναλώνει στο σχολείο και το σπίτι.
Αυτό που σίγουρα συστήνεται είναι η αύξηση της φυσικής δραστηριότητας του παιδιού, παράλληλα με ένα ισορροπημένο διατροφικό πρόγραμμα, ούτως ώστε όχι απαραίτητα να χάσει βάρος, αλλά πολλές φορές να διατηρούμε το βάρος του σταθερό οπότε αυξάνοντας σε ύψος να αλλάζει το σώμα του και να μειώνεται όπως λέμε το ποσοστό του υπέρβαρου.
Κλείνοντας θα πρέπει να σημειωθεί ότι τα σωστά διατροφικά πρότυπα που θα πρέπει να υιοθετήσει ένα παιδί ξεκινούν από το σπίτι.
Είναι λοιπόν απαραίτητο όλη η οικογένεια, ξεκινώντας πρώτα από όλα από τους γονείς, να ακολουθεί ένα σωστό διατροφικό προγραμματισμό στα πλαίσια μια υγιεινής διατροφής. Μελέτες δείχνουν ότι 4 στα 10 παιδιά έχουν τουλάχιστον ένα γονιό παχύσαρκο.
Αν οι ίδιοι οι γονείς δεν συνειδητοποιήσουν ότι τα παιδιά τους αποτελούν κύριους δέκτες των διατροφικών τους ερεθισμάτων, δυστυχώς το πρόβλημα θα παίρνει ολοένα και μεγαλύτερες διαστάσεις.
Πηγή: neadiatrofis.gr