Η έλλειψη σιδήρου είναι η πιο κοινή διαταραχή σε θρεπτικές ουσίες στον κόσμο, ενώ τα βρέφη και τα παιδιά φαίνεται να διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο, λόγω της ταχείας ανάπτυξής τους και των περιορισμένων πηγών σιδήρου στη διατροφή τους.
To 35% των παιδιών στην Ελλάδα εμφανίζουν σιδηροπενική αναιμία. Παρόλο που η δυσαπορρόφηση και η αιμορραγία αποτελούν αίτια για την έλλειψη σιδήρου, το κύριο αίτιο φαίνεται να είναι η μειωμένη πρόσληψη από τη διατροφή.
Η σιδηροπενία συνδέεται με μειωμένη ανάπτυξη, κακές σχολικές επιδόσεις, μειωμένη παραγωγικότητα, αίσθημα κόπωσης, αλλά και μειωμένη ανοσοποιητική ικανότητα. Σε ηλικία 5 χρόνων, κάθε 10 g/L αύξηση στις τιμές της αιμοσφαιρίνης συσχετίστηκε με 1,75 μονάδες υψηλότερο IQ. Η μειωμένη γνωσιακή ανάπτυξη και εξέλιξη φαίνεται να είναι μη αναστρέψιμη, ιδιαίτερα όταν καθυστερεί η διάγνωση και η θεραπεία.
Σε ιδιαίτερα αυξημένο κίνδυνο για αναιμία βρίσκονται:
– Βρέφη που λαμβάνουν πλήρες αγελαδινό γάλα, έναντι μη ειδικού, τροποποιημένου, πριν από την ηλικία του 1 έτους.
– Πολλά νεαρά κορίτσια που ελέγχουν το βάρος τους, περιορίζοντας την πρόσληψη πηγών σιδήρου.
– Έφηβοι που ακολουθούν προσωρινά μη ισορροπημένη χορτοφαγική δίαιτα.
– Παιδιά που ασχολούνται με αθλήματα αντοχής, μπορεί να οδηγηθούν σε απώλεια αίματος από το έντερο ή μέσω του ουροποιητικού συστήματος.
– Ασθενείς, λόγω λανθασμένων πρακτικών σίτισης κατά τη διάρκεια και μετά την περίοδο της ασθένειας.
Μελέτες έχουν δείξει επίσης, ότι τα υπέρβαρα παιδιά και οι έφηβοι βρίσκονται σε μεγαλύτερο κίνδυνο για ανεπάρκεια σιδήρου σε σύγκριση με τα παιδιά φυσιολογικού βάρους, καθώς παρατηρείται ανισορροπία ορμονών, με αποτέλεσμα τη δέσμευση του σιδήρου στις αποθήκες έναντι της διάθεσής του για σύνθεση αιμοσφαιρίνης.
Οι συστάσεις για την πρόσληψη σιδήρου σε βρέφη, παιδιά και εφήβους φαίνεται παρακάτω:
0,5-1 έτους: 11 mg σιδήρου
1-3 ετών: 7 mg σιδήρου
4-8 ετών: 10 mg σιδήρου
9-13 ετών: 8 mg σιδήρου
14-18 ετών: 11 mg σιδήρου για τα αγόρια, 15 mg σιδήρου για τα κορίτσια
Ο αιμικός σίδηρος (ο σίδηρος που προέρχεται από ζωικές πηγές) αποτελεί την καλύτερη πηγή σιδήρου, καθώς απορροφάται σε μεγαλύτερο ποσοστό, ενώ ταυτόχρονα, ενισχύει αποτελεσματικά και την απορρόφηση του μη-αιμικού σίδηρου.
Η απορρόφηση του μη-αιμικού σιδήρου ενισχύεται επίσης από την πρόσληψη βιταμίνης C, τα οργανικά οξέα φρούτων και λαχανικών (κιτρικό και μηλικό οξύ), και τη ζωική πρωτεΐνη. Αντίθετα, συστατικά της τροφής που μειώνουν την απορρόφηση σιδήρου είναι: οι φυτικές ίνες, το ασβέστιο, οι φαινόλες που βρίσκονται στα λαχανικά, τους ξηρούς καρπούς, τα όσπρια, κ.ά., οι τανίνες στο τσάι και τον καφέ και οι πρωτεΐνες σόγιας.
Από τα μέχρι στιγμής δεδομένα προκύπτουν τα εξής στοιχεία για τη μείωση της επίπτωσης της σιδηροπενικής αναιμίας στα παιδιά:
– Ο αποκλειστικός μητρικός θηλασμός μέχρι την ηλικία των 4-6 μηνών φαίνεται να είναι ευεργετικός.
– Ενθαρρύνεται η έγκαιρη εισαγωγή τροφίμων απογαλακτισμού πλούσιων σε σίδηρο, όπως τα δημητριακά, τα λαχανικά, τα ψάρια, τα αυγά, ο αρνίσιος κιμάς, το κρέας και το κοτόπουλο, μετά την ηλικία των 6 μηνών.
– Συστήνεται αποφυγή της πρόσληψης μεγάλων ποσοτήτων μη ενισχυμένου, ειδικού για την ηλικία γάλακτος.
– Σε μεγαλύτερα παιδιά, ενθαρρύνεται μια διατροφή που περιέχει σίδηρο, όπως φύτρα δημητριακών, πράσινα και φυλλώδη λαχανικά, και μη φυτικά τρόφιμα, όπως κρέας, κοτόπουλο, ψάρι, αυγά και συκώτι.
– Επιβάλλεται αξιολόγηση της πρόσληψης σιδήρου σε ευαίσθητους πληθυσμούς και υποβαθμισμένες περιοχές.
Πηγή: mednutrition.gr