Το άρθρο υπογράφουν ο Ντέιβιντ Στάκλερ, καθηγητής κοινωνιολογίας στην Οξφόρδη και ο Σάντζεϊ Μπάσου, καθηγητής ιατρικής και επιδημιολόγος σε Κέντρο Έρευνας και Πρόληψης στο Πανεπιστήμιο Στάνφορντ (συγγραφείς του βιβλίου «The Body Economic: Why Austerity Kills»).
Οι αρθρογράφοι κάνουν ιδιαίτερη αναφορά στην αύξηση των θανάτων και των αυτοκτονιών στις χώρες που πλήττονται από τη λιτότητα, λόγω της ανεργίας και της κατάρρευσης των συστημάτων υγείας.
Μεταξύ άλλων, επισημαίνουν τις αρνητικές επιπτώσεις της λιτότητας στη δημόσια υγεία, παραθέτοντας στοιχεία από διάφορες εποχές και χώρες. Όπως σημειώνουν, η σχέση της ανεργίας με τις αυτοκτονίες διαπιστώθηκε από τον 19ο αιώνα, καθώς το ποσοστό των αυτοκτονιών είναι διπλάσιο στους ανέργους από τους εργαζόμενους. Το ποσοστό των αυτοκτονιών εκτινάχθηκε στις ΗΠΑ κατά τη διάρκεια της κρίσης (2007-2009), όπως και τα επόμενα χρόνια.
Στη συνέχεια, υπογραμμίζουν, ότι εκτός ωστόσο από την ανεργία, στις χώρες που μειώθηκαν οι προϋπολογισμοί υγείας και κοινωνικής προστασίας, όπως σε Ελλάδα, Ιταλία και Ισπανία παρατηρήθηκε επιδείνωση της δημόσιας υγείας σε σχέση με χώρες, όπως τη Γερμανία, την Ισλανδία και τη Σουηδία, που διατήρησαν το κοινωνικό δίκτυο προστασίας και επέλεξαν την στήριξη της οικονομίας έναντι της λιτότητας. Η Γερμανία επικαλείται τις «αρετές της λιτότητας» για τους άλλους και όχι για την ίδια, τονίζεται χαρακτηριστικά.
Οι δυο επιστήμονες υποστηρίζουν, ότι οι πολιτικοί διαχειρίζονται το θέμα των ελλειμμάτων και του χρέους, χωρίς να λαμβάνουν υπόψη τους το ανθρώπινο κόστος. Αναλύοντας στοιχεία από την ύφεση του 1929 και μετά, διαπιστώνονται οι αρνητικές επιπτώσεις των δημοσιονομικών πολιτικών στη δημόσια υγεία.
Στο ένα άκρο, όπως σημειώνεται, βρίσκεται η Ελλάδα, η οποία αντιμετωπίζει μια δημόσια υγειονομική καταστροφή. Ο κρατικός προϋπολογισμός για την υγεία μειώθηκε από το 2008 κατά 40%, εν μέρει λόγω των απαιτήσεων της Τρόικα για τη μείωση των ελλειμμάτων, στο πλαίσιο του σχεδίου διάσωσης. Επίσης, 35.000 γιατροί, νοσοκομειακοί υπάλληλοι και άλλοι που εργάζονται στο τομέα της υγείας έχουν χάσει τη δουλειά τους, σύμφωνα με το δημοσίευμα, ενώ αυξήθηκαν οι εισαγωγές στα νοσοκομεία, καθώς οι Έλληνες αποφεύγουν πλέον τις προληπτικές διαγνωστικές εξετάσεις λόγω της μεγάλης λίστας αναμονής και της αύξησης της τιμής των φαρμάκων. Παρατηρήθηκε επίσης αύξηση της παιδικής θνησιμότητας κατά 40%, ενώ διπλασιάσθηκαν τα κρούσματα μόλυνσης από τον ιό H.I.V., λόγω της περικοπής στο πρόγραμμα παροχής συριγγών στους ναρκομανείς, που οδήγησε στην πολλαπλή χρήση των συριγγών. Αύξηση σημείωσαν και τα κρούσματα μαλάριας, για πρώτη φορά μετά τις αρχές της δεκαετίας του ’70, λόγω της κατάργησης των προγραμμάτων ψεκασμού των κουνουπιών στη βόρεια Ελλάδα.
Στο άλλο άκρο, αναφέρεται το παράδειγμα της Ισλανδίας η οποία απέφυγε τις πολιτικές λιτότητας, επιλέγοντας την αναδιάρθρωση του εξωτερικού χρέους της. Οι σκεπτικιστές, όπως επισημαίνεται, θα δώσουν έμφαση στις δομικές διαφορές μεταξύ της Ελλάδας και της Ισλανδίας, καθώς η συμμετοχή της Ελλάδας στην Ευρωζώνη καθιστά αδύνατη την υποτίμηση του νομίσματός της ενώ περιορίζει τα περιθώρια ελιγμών έναντι της πολιτικής λιτότητας που προτάσσει το ΔΝΤ.
Σύμφωνα ωστόσο με την άποψη των αρθρογράφων, μια οικονομική κρίση δεν οδηγεί αναγκαία και σε μια υγειονομική κρίση. Χώρες όπως η Λευκορωσία, η Πολωνία και η Σλοβενία έλαβαν μια διαφορετική, σταδιακή προσέγγιση. Οι χώρες αυτές, επισημαίνεται ενδεικτικά, ιδιωτικοποίησαν σταδιακά τις κρατικά ελεγχόμενες οικονομίες τους και είδαν πολύ καλύτερα αποτελέσματα για την υγεία από ό,τι σε γειτονικές χώρες που επέλεξαν τις απολύσεις, οι οποίες προκάλεσαν σοβαρές οικονομικές και κοινωνικές αναταραχές.