Ιστορικά, η επιστημονική έρευνα είχε επικεντρωθεί στο να εξετάσει κυρίως γυναίκες αθλήτριες, αλλά τα τελευταία χρόνια δείχνει επίσης μεγάλο ενδιαφέρον και στην αντρική εικόνα σώματος. Οι γυναίκες και οι άντρες διαφέρουν ως προς τον τρόπο που βλέπουν τον εαυτό τους, αλλά και ως προς τον τρόπο που συμπεριφέρονται και αντιδρούν.
Ξεκινώντας από τις γυναίκες αθλήτριες, έχει παρατηρηθεί πως για να είναι για αυτές ιδανικό ένα σώμα, θα πρέπει να μην έχει μεγάλο ποσοστό λίπους, να μην έχει τεράστιους μυς, να έχει καλή φυσική κατάσταση και ταυτόχρονα να είναι θηλυκό και ελκυστικό. Όλα αυτά, σε συνδυασμό με τους στόχους και τις επιδιώξεις για κάθε άθλημα ξεχωριστά, οδηγούν τις αθλήτριες σε έναν ιδιαίτερα αγχώδη και απαιτητικό τρόπο ζωής.
Έτσι, ενώ έχει παρατηρηθεί πως οι γυναίκες αθλήτριες έχουν μια πιο θετική στάση όσον αφορά την υγεία και την φυσική κατάσταση του σώματός τους από τις μη αθλήτριες, δυστυχώς όσον αφορά την εκτίμηση της εμφάνισής τους και του σωματικού τους βάρους υπάρχει μία λανθασμένη αντιμετώπιση.
Οι περισσότερες από αυτές θεωρούν το σώμα τους άσχημο και με μεγάλο ποσοστό λίπους και βάρους. Το γεγονός αυτό, τις οδηγεί στο να χάσουν την εμπιστοσύνη στον εαυτό τους και την αυτοεκτίμησή τους και να οδηγηθούν σε αρνητικές και αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές.
Όσον αφορά τους άντρες αθλητές, εδώ έχουμε ένα μοντέλο σώματος που οφείλει να είναι καταρχήν δυνατό, μυώδες ιδιαίτερα στο πάνω μέρος, με μικρό ποσοστό λίπους. Εάν θέλουμε να διαλέξουμε τους σημαντικότερους παράγοντες εκτίμησης του σώματός τους, θα μπορούσαμε με βεβαιότητα να πούμε πως είναι οι εξής τρεις: δύναμη, ελκυστικότητα και καλή φυσική κατάσταση.
Σε αντίθεση με τις γυναίκες, εδώ τα πράγματα είναι πιο ξεκάθαρα. Έτσι στους άντρες δεν παρατηρείται σε τόσο μεγάλο βαθμό η καθημερινή πίεση και το άγχος για την τελειοποίηση του σώματός τους, χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει πως και σε αυτούς δεν υπάρχει η θετική ή όχι αυτοεκτίμηση, η αυξημένη ή όχι εμπιστοσύνη, η σιγουριά ή όχι για τον εαυτό τους, που προκύπτει από την εκτίμηση της σωματικής τους εμφάνισης.
Χωρίς να θέλουμε να μειώσουμε το σημαντικό και αναντικατάστατο ρόλο του αθλητισμού στην υγεία και την προσωπική ευεξία του καθενός, είναι σημαντικό να τονιστεί, πως οι παραπάνω αρνητικές εκτιμήσεις και των δύο φύλων για την εικόνα του σώματός τους, ίσως και να οφείλονται στην πίεση και το άγχος του αθλητισμού και περισσότερο του πρωταθλητισμού.
Ιδιαίτερα όσον αφορά κάποια αγωνίσματα που αφορούν κατηγοριοποιήσεις όσον αφορά το βάρος και τη δύναμη, όπως η ρυθμική γυμναστική, η πάλη, η κωπηλασία, σίγουρα είναι δυνατόν να οδηγήσουν σε διατροφικές και άλλου είδους διαταραχές για τους αθλητές.
Επίσης, αθλήματα ιδιαίτερα απαιτητικά, όπως το τρίαθλο, η άρση βαρών, τα αγωνίσματα δρόμου, μπορούν εύκολα πέρα της κοπιαστικής, ολοκληρωτικής και εξαντλητικής προπόνησης που απαιτούν, να οδηγήσουν τους αθλητές σε δρόμους παράνομους και επικίνδυνους, μόνο και μόνο για την επίτευξη της καλύτερης επίδοσης.
Καταλήγοντας, πολλές θεωρίες έχουν προταθεί για να εξηγήσουν την απόκτηση και συντήρηση των διαταραχών της εικόνας σώματος και στα δύο φύλα. Αυτή που επικρατεί είναι πως κοινωνικοπολιτισμικά κριτήρια που αφορούν την οικογένεια, τα μέσα ενημέρωσης, τους φίλους, τους συμπαίκτες, είναι δυνατόν να επηρεάσουν τον τρόπο που βλέπει ο καθένας το σώμα του και περαιτέρω τον τρόπο που εκτιμά ή εμπιστεύεται το εαυτό του.
Σίγουρο είναι πως ο αθλητισμός βοηθάει στο να αποκτήσουν οι αθλητές μία σωστή και ειλικρινή εκτίμηση για το σώμα τους και την υγεία τους, αρκεί να επικρατεί μέτρο, ρεαλισμός, σωστές επιλογές και αποφάσεις και κυρίως συνεργασία με ανθρώπους έμπειρους, ικανούς και -το σημαντικότερο- ηθικούς!
Πηγή: mednutrition.gr