Στο συμπέρασμα αυτό κατέληξαν ερευνητές των πανεπιστημίων του Κουίνσλαντ και της Νέας Νότιας Ουαλίας. Για την πραγματοποίηση της σχετικής έρευνας, οι επιστήμονες με επικεφαλής τον καθηγητή Ρίτσαρντ Επστάιν, μελέτησαν 1.000 νεκρολογίες διάσημων προσώπων που δημοσιεύτηκαν στους «Τάιμς της Νέας Υόρκης» κατά την περίοδο 2009-2011.
Από την ανάλυση προέκυψε ότι οι διάσημοι ηθοποιοί, χορευτές, τραγουδιστές, μουσικοί και γενικά οι καλλιτέχνες που δίνουν παραστάσεις, καθώς και οι εξίσου φημισμένοι αθλητές, πέθαναν σε μέση ηλικία 77,2 ετών.
Από την άλλη, οι διάσημοι συγγραφείς, οι συνθέτες και οι άλλοι καλλιτέχνες που δεν δίνουν παραστάσεις, πέθαναν στα 78,5 τους, οι επιστήμονες, ιστορικοί και οικονομολόγοι στα 81,7, ενώ τέλος οι φημισμένοι πολιτικοί, επιχειρηματίες και στρατιωτικοί έζησαν έως τα 83 τους κατά μέσο όρο.
Οι ερευνητές τόνισαν ότι η μελέτη τους δεν κατέληξε σε οριστικά συμπεράσματα, όμως έθεσε επί τάπητος το κόστος που μπορεί να έχει μια διάσημης καριέρας στο προσδόκιμο ζωής. Επεσήμαναν επίσης ότι ο θάνατος από καρκίνο των πνευμόνων, λόγω του καπνίσματος, είναι πιο συχνός μεταξύ των καλλιτεχνών που δίνουν παραστάσεις (7%), ενώ είναι λιγότερο συχνός στους επιστήμονες και επαγγελματίες (1,4%).
Γενικότερα, οι πιο πρόωροι θάνατοι των «αστέρων» είχαν να κάνουν με ατυχήματα, λοιμώξεις -όπως από τον ιό του AIDS- και καρκίνους. Ο καρκίνος οποιασδήποτε μορφής σκοτώνει πρωτίστως τους διάσημους καλλιτέχνες που είτε δίνουν παραστάσεις (σε ποσοστό 27%), είτε όχι (29%), ενώ είναι λιγότερο συχνός στους επιστήμονες/επαγγελματίες (24%), στους πολιτικούς/επιχειρηματίες (20,4%) και στους αθλητές (18%).
Όπως είπε ο Ρίτσαρντ Επστάιν, ίσως μερικοί καλλιτέχνες που γίνονται γρήγορα διάσημοι, όταν η φήμη τους ξεφτίζει, το ρίχνουν σε ανθυγιεινές συνήθειες για να ξεπεράσουν το άγχος τους. Σε άλλες περιπτώσεις, είναι πιθανό ότι η έντονη ψυχολογική και οικογενειακή πίεση, που προκαλείται από την έκθεση στην κοινή γνώμη, οδηγεί σε αυτοκαταστροφικές τάσεις κάποια στιγμή.
Για ορισμένους καλλιτέχνες, πρόσθεσε, το αλκοόλ, τα τσιγάρα και τα ναρκωτικά βελτιώνουν τις επιδόσεις στη σκηνή, όμως μόνο βραχυπρόθεσμα, με συνέπεια να καταφεύγουν σε όλο και πιο ριψοκίνδυνες για την υγεία τους πρακτικές για να διατηρήσουν τη δημόσια εικόνα τους.