Oι σύγχρονοι διαιτολόγοι συμβουλεύαμε διαβητικούς και μη ανθρώπους να προτιμούν τη φρουκτόζη από τη ζάχαρη γιατί δεν ανεβάζει απότομα τα επίπεδα της γλυκόζης και παράλληλα είναι πιο γλυκιά.
Ωστόσο την τελευταία τριετία, όλο και περισσότερες μελέτες έρχονται στην επιφάνεια που αναιρούν την ‘ακίνδυνη’ χρήση της φρουκτόζης και βάζουν ερωτηματικά ως προς τη μέχρι τώρα αντιμετώπιση της.
Πιο συγκεκριμένα, μελέτες δείχνουν ότι ο μεταβολισμός της φρουκτόζης στο συκώτι μειώνει απότομα την ενέργεια σε μορφή ATP με αποτέλεσμα να ενεργοποιείται η διαδικασία της λιπογένεσης όπως ακριβώς γίνεται και με την κατανάλωση αλκοόλ (Bray GA 2013).
Eπιπροσθέτως η φρουκτόζη αυξάνει την παραγωγή ουρικού οξέως αλλά και των τριγλυκεριδίων. Όσον αφορά στο γλυκαιμικό έλεγχο, όχι μόνο δεν τον βελτιώνει αλλά μακροπρόθεσμα τον χειροτερεύει καθώς προκαλεί αντίσταση στην ινσουλίνη.
Τέλος, υπάρχουν αναφορές ότι η φρουκτόζη αυξάνει το οξειδωτικό στρές προκαλώντας κυτταρική δυσλειτουργία και γήρανση (Lustig RH 2013). Υπόνοιες υπάρχουν ότι η φρουκτόζη όπως και η ζάχαρη επιδρά στο κέντρο κέντρο ηδονής του εγκεφάλου και ως εκ τούτου το άτομο που την καταναλώνει εθίζεται σε αυτήν.
Συμπερασματικά, χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή στην συχνότητα κατανάλωσης φρουκτόζης ως υποκατάστατο ζάχαρης. Προτείνεται η καταναλωση μικρότερης ποσότητας κοινής ζάχαρης ή η επιλογή μαύρης (ακατέργαστης) ζάχαρης σε φυσιολογική ποσότητα στα καθημερινά ροφήματα (1-1,5 κουταλιά του γλυκού) αντί για φρουκτόζη.
Πηγή: iator.gr