Ωστόσο, διάφοροι παράγοντες όπως η ηλικία, η διατροφή, το άγχος, η χρήση αντιβιοτικών, γενικότερα ο τρόπος ζωής, όπως επίσης και η ύπαρξη ή όχι λοιμώξεων, μπορούν να επηρεάσουν δυσμενώς τη σύστασή της.
Τι είναι τα προβιοτικά και τι σχέση έχουν με την εντερική χλωρίδα;
Τα προβιοτικά είναι μη παθογόνοι ζωντανοί μικροοργανισμοί που ωφελούν το ανθρώπινο σώμα. Συνήθως πρόκειται για βακτήρια, με πιο κοινά γένη τους λακτοβακίλλους και τα μπιφιδοβακτήρια, αλλά είναι πιθανό να ανήκουν και στην κατηγορία των ζυμών. Είναι παρόμοια ή ίδια, με τα «φιλικά» βακτήρια της εντερικής χλωρίδας που φυσιολογικά, υπάρχουν στο ανθρώπινο σώμα.
Όταν τα προβιοτικά καταναλώνονται τακτικά, και σε επαρκείς ποσότητες, είναι ικανά να μεταβάλουν τη βακτηριακή ισορροπία του εντέρου, προς όφελος της υγείας. Είναι δυνατό να τροποποιήσουν την εντερική μικροχλωρίδα, να ανταγωνιστούν παθογόνα βακτήρια, να παράγουν αντιμικροβιακές ουσίες και να διεγείρουν την άμυνα του οργανισμού.
Πώς δρουν τα προβιοτικά;
Τα προβιοτικά αποτρέπουν την ανάπτυξη «κακών» βακτηρίων, καθώς ανταγωνίζονται για χώρο και θρεπτικά συστατικά στο γαστρεντερικό σωλήνα με ενδεχόμενα παθογόνα βακτήρια. Εμποδίζουν, επίσης, την εγκατάσταση βλαβερών μικροοργανισμών, παράγοντας αντιβακτηριακές ουσίες -που ονομάζονται βακτηριοκίνες- και λιπαρά οξέα βραχείας αλύσου, όπως το γαλακτικό οξύ.
Ως αποτέλεσμα, ευνοούν την ανάπτυξη των «καλών» βακτηρίων και μειώνουν το pΗ του εντέρου, καθιστώντας το «αφιλόξενο» για διάφορα μικρόβια ή παθογόνα βακτήρια.
Τα προβιοτικά έχει αποδειχθεί ότι βελτιώνουν τη γενικότερη ανοσολογική απάντηση (άμυνα) του οργανισμού. Πολυάριθμες έρευνες, έχουν καταδείξει βελτίωση της ισορροπίας της εντερικής χλωρίδας, ανάπτυξη του εντερικού αμυντικού φραγμού, αυξάνοντας την μικροκυκλοφορία του εντερικού βλεννογόνου, καθώς και του πάχους της προσκολλημένης σε αυτόν βλέννας, με τελικό αποτέλεσμα τη μείωση της βακτηριακής μετακίνησης, σε περίπτωση ύπαρξης φλεγμονής.
Οι περιπτώσεις εκείνες για τις οποίες έχει μελετηθεί αρκετά η χρήση των προβιοτικών, είναι η πρόληψη της οξείας διάρροιας στα παιδιά, η διάρροια των ταξιδιωτών, η εξάλειψη της διάρροιας που συνδέεται με τη χρήση αντιβιοτικών, ο έλεγχος των συμπτωμάτων των φλεγμονωδών παθήσεων του εντέρου, όπως η νόσος του Κρον και το σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου, η δυσκοιλιότητα, η καρκινοπροστατευτική τους δράση, καθώς και η μείωση των αλλεργιών στα νεογέννητα.
Η έρευνα για τη δράση των προβιοτικών έχει επικεντρωθεί σε συγκεκριμένα στελέχη όπως Lactobacillus rhamnosus Lactobacillus acidophilus, Lactobacillus casei, Lactobacillus plantarum, Lactobacillus bulgaricus, Bifidobacterium bifidum και Bifidobacterium infantis, με τα στελέχη των γαλακτικών βακτηρίων να καταλαμβάνουν, ωστόσο, τη μερίδα του λέοντος.
Για παράδειγμα, τα στελέχη Lactobacillus rhamnosus, Lactobacillus acidophilus, και Lactobacillus casei, ιδιαίτερα σε παρατεταμένη χορήγηση μεγαλύτερη των εννέα εβδομάδων, φαίνεται ότι είναι εξαιρετικά αποτελεσματικά για την αντιμετώπιση συγκεκριμένων συμπτωμάτων και παθήσεων που πλήττουν το γαστρεντερικό σύστημα, όπως το Σύνδρομο Ευερέθιστου Εντέρου (σπαστική κολίτιδα), τη δυσκοιλιότητα, τη μολυσματική διάρροια, τη διάρροια λόγω αντιβίωσης, τη μόλυνση από Clostridium difficile, στρεπτόκοκκο και σαλμονέλα.
Ιδιαίτερα δε, η χορήγηση Lactobacillus rhamnosus φαίνεται ότι μειώνει τη συχνότητα εμφάνισης της ενδονοσοκομειακής διάρροιας και γαστρεντερίτιδας λόγω ροταϊού στα παιδιά. Η λήψη λακτοβακίλλων, τόσο από τη μητέρα κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, όσο και μεταγεννητικά, βρέθηκε, επιπλέον, να αποτρέπει την εμφάνιση ατοπικού εκζέματος σε παιδιά, ηλικίας από δύο έως επτά ετών.
Πώς μπορώ να πάρω προβιοτικά;
Τα προβιοτικά μπορούν να ληφθούν τόσο με την κατανάλωση συγκεκριμένων τροφίμων, όσο και με τη χρήση συμπληρωμάτων διατροφής.
Τα πιο γνωστά προβιοτικά τρόφιμα είναι τα γαλακτοκομικά προϊόντα που έχουν υποστεί ζύμωση, όπως τα ρευστά όξινα γάλατα και γιαούρτια. Τα περισσότερα από αυτά έχουν οξυγαλακτικά βακτήρια που ανήκουν σε διαφορετικά γένη, με συνηθέστερα τα Bifidobacterium και Lactobacillus.
Το ωμό (μη παστεριωμένο) γιαούρτι έχει πληθώρα βακτηρίων. Ωστόσο, σήμερα και για λόγους ασφαλείας, τα περισσότερα γιαούρτια παστεριώνονται, διαδικασία που, τελικά, σκοτώνει όλα αυτά τα βακτήρια.
Τα προβιοτικά μπορούν να ληφθούν και μέσω συμπληρωμάτων διατροφής (προϊόντα ειδικής διατροφής). Το πλεονέκτημα των συμπληρωμάτων διατροφής με προβιοτικά είναι ότι προσφέρουν προβιοτικά σε συγκεκριμένες μεγάλες ποσότητες και με ποικιλία διαφορετικών προβιοτικών (διαφορετικά στελέχη) που εξυπηρετούν διαφορετικές ανάγκες.
Η επιλογή του ιδανικότερου προβιοτικού συμπληρώματος διατροφής θα πρέπει να βασίζεται, τόσο στην περιεκτικότητά του σε φιλικά βακτήρια και την ανθεκτικότητα του προβιοτικού (π.χ. να μην καταστρέφεται από τα οξέα του στομάχου), όσο και στην καταλληλότητά του για κάθε περίσταση, μιας και δεν έχουν όλα τα στελέχη τις ίδιες δράσεις. Οι λακτοβάκιλλοι, συγκριτικά με τα μπιφιδοβακτήρια, είναι, γενικά περισσότερο ανθεκτικοί στο όξινο περιβάλλον του στομάχου και για το λόγο αυτό χρησιμοποιούνται περισσότερο συχνά.
Σε κάθε περίπτωση, όμως, είναι σημαντικό, να ανευρίσκονται σε πληθυσμό τουλάχιστον της τάξης του ενός εκατομμυρίου, προκειμένου να επιτύχουν την ελάχιστη θεραπευτική δόση που ανέρχεται στα 10 εκατομμύρια έως 1 δισεκατομμύριο βακτήρια. Κι αυτό γιατί, αφενός ο πληθυσμός τους μπορεί να μειωθεί μέχρι την αναγραφόμενη ημερομηνία λήξης του προϊόντος, αφετέρου δε, δεν επιζούν όλα τα στελέχη κατά το πέρασμά τους από το ανώτερο γαστρεντερικό.
Το μέλλον των προβιοτικών
Η επιστημονική κοινότητα έχει επικεντρωθεί αρκετά χρόνια τώρα στη χρήση των προβιοτικών, στο πλαίσιο της πρόληψης αλλά και της θεραπείας και τα αποτελέσματα βρίσκονται διαρκώς σε εξέλιξη.
Κύριος γνώμονας της επιλογής του καταλληλότερου προβιοτικού είναι το είδος της πάθησης και η ιδανικότερη δοσολογία με βάση πάντα, τη συμβουλή του επιστήμονα υγείας.
Πηγή: mednutrition.gr