Είναι γεγονός ότι η ποιότητα και η αντοχή μιας σχέσης δοκιμάζονται συνεχώς μέσα στην κοινή πορεία του γάμου, καθώς το ζευγάρι, στις διάφορες φάσεις που περνάει, καλείται να αντιμετωπίσει μια σειρά προβλημάτων που προκύπτουν.
Ζητήματα που αφορούν τα παιδιά, οικονομικές και επαγγελματικές δυσκολίες, ένα σεξουαλικό πρόβλημα, θέματα υγείας, αποτελούν δοκιμασίες για τη συντροφική σχέση και μπορεί να οδηγήσουν σε καυγάδες και ένταση. Πολλά ζευγάρια, οδηγούνται σταδιακά στην έλλειψη επικοινωνίας, δεν μιλούν με το σύντροφο, δεν μοιράζονται τις σκέψεις τους, και δεν εκφράζουν το πώς νιώθουν, στο πλαίσιο του «να μην τον στενοχωρώ, έχει τα δικά του», «θα τα συζητήσουμε άλλη στιγμή που να είναι κατάλληλη», «δεν έχει νόημα, δεν θα με καταλάβει…», χτίζοντας έτσι μία σχέση σιωπής. Στο ζευγάρι που έχει συνηθίσει να μην επικοινωνεί, ο κυρίαρχος φόβος που καλλιεργείται είναι ο «φόβος της απάντησης», δηλαδή «αν του μιλήσω, τι θα μου απαντήσει εκείνος;», «κι αν μου πει ότι δεν με θέλει…», «αν μου πει να χωρίσουμε…», «αν μου πει ότι έχει άλλη σχέση;», με αποτέλεσμα να εθελοτυφλούν και να αναβάλλουν να ανοίξουν πιο ουσιαστικές συζητήσεις.
Η σεξουαλική απομάκρυνση είναι χαρακτηριστική σε ένα δεσμό που υπάρχει και συναισθηματική αποξένωση. Όταν όμως το ζευγάρι δε συζητά και για τα άλλα ζωτικά θέματα που το αφορούν, έτσι «κλείνει τα μάτια» μπροστά στο σεξουαλικό πρόβλημα και αρνείται να αναγνωρίσει τη φθορά της σχέσης.
Γιατί όμως οι σύντροφοι διαλέγουν να σιωπήσουν;
Η σιωπή αποτελεί μια «βολική» επιλογή, που οδηγεί στην αναβολή της αντιμετώπισης του προβλήματος και βοηθά τον άνδρα και τη γυναίκα να αποφύγουν το άγχος του να αναλάβουν την ευθύνη για την εξέλιξη της σχέσης τους. Και οι δύο μπορεί να θεωρούν αυτή την απομάκρυνση κάτι καλό, «αφού δεν έχουμε καυγάδες» ή φυσιολογική μετά από πολλά χρόνια σχέσης. Άλλες φορές το ζευγάρι καταλήγει να μην επικοινωνεί, όταν οι δύο σύντροφοι αισθάνονται απογοήτευση και κούραση από συνεχείς διαφωνίες και συγκρούσεις. Όσο όμως αυτό διαιωνίζεται, η αποξένωση παίρνει τη θέση της συντροφικότητας και οδηγεί σε μια τυπική συνύπαρξη, όπου οι δύο σύζυγοι απλά συμβιώνουν και μοιράζονται ένα ψυχρό σπίτι. Ο καθένας απομονώνεται στον εαυτό του, εγκλωβίζεται μέσα στα προβλήματα και συμβιβάζεται με την ιδέα ότι βρίσκεται σε μια σχέση που δεν τον ικανοποιεί. Συχνές εικόνες είναι οι τυπικοί και αδιάφοροι διάλογοι του ζευγαριού στο οικογενειακό τραπέζι, τα χωριστά κρεβάτια, οι σπάνιες σεξουαλικές επαφές, η απουσία κοινών ασχολιών.
Τόσο ο άνδρας όσο και η γυναίκα συχνά σκέφτονται ότι ««και να μιλήσω δε βγαίνει τίποτα, πάλι θα μαλώσουμε», ή «δεν θα με καταλάβει», ή «εκείνος πρέπει να μου μιλήσει πρώτος». Έτσι καλλιεργείται ο φόβος ότι ο ανοιχτός διάλογος και η επικοινωνία δεν μπορούν να βοηθήσουν ή ότι μπορεί να απειλήσουν τη σχέση, οδηγώντας σε ένα φαύλο κύκλο θυμού, απογοήτευσης, αμηχανίας και απομάκρυνσης, που ενδέχεται να οδηγήσει σε μία άλλη παράλληλη σχέση ή ακόμα και στο χωρισμό.
Είναι σημαντικό οι σύντρόφοι να κατανοήσουν πως η κάθε σχέση απαιτεί προσπάθεια και χρειάζεται τη δύναμη του διαλόγου, της επικοινωνίας και της αλήθειας, προκειμένου να συνεχίσει να τους προσφέρει ικανοποίηση και χαρά. Αυτό που είναι απειλητικό για το ζευγάρι δεν είναι η ανοιχτή έκφραση του συναισθήματος και των αναγκών των συντρόφων, αλλά η συναισθηματική και σεξουαλική αποξένωση. Όταν ο άνδρας και η γυναίκα αντιληφθούν ότι βρίσκονται σε μία τέτοια κατάσταση, χρειάζεται να αρχίζουν να μιλούν σταδιακά για τη σχέση τους, τη σεξουαλική τους ζωή και να μη διστάσουν να ζητήσουν τη βοήθεια ειδικού, αν διαπιστώνουν ότι ο γάμος τους βρίσκεται σε ένα τέλμα. Το μήνυμα που πρέπει να περάσουν ο ένας στον άλλον είναι ότι «δε φοβάμαι να σου μιλήσω για όσα αισθάνομαι, προκειμένου να χτίσουμε μια καλύτερη σχέση».
Ψυχολόγος
Ινστιτούτο Ψυχικής και Σεξουαλικής Υγείας