Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον δρ. Ζαν-Εμανουέλ Ντε Νεβ του University College του Λονδίνου, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό για θέματα ηγεσίας «Leadership Quarterly», σύμφωνα με τη βρετανική Indepedent ανέλυσαν δείγματα DNA από περίπου 4.000 δίδυμους ανθρώπους και συσχέτισαν το γενετικό προφίλ τους με βασικά χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς τους, των διαπροσωπικών σχέσεων τους και της επαγγελματικής δραστηριότητάς τους (οι διευθυντικές θέσεις θεωρούνται μέτρο ηγετικής συμπεριφοράς).
Η γενετική ανάλυση έδειξε ότι το ένα τέταρτο των ηγετικών χαρακτηριστικών ενός ατόμου θα μπορούσε να αποδοθεί σε γενετικά αίτια. Οι επιστήμονες διευκρίνισαν ότι οι ηγετικές ικανότητες είναι σε μεγάλο βαθμό θέμα μάθησης, όμως ειδικά το εν λόγω γονίδιο φαίνεται να παρέχει την αναγκαία έμφυτη ώθηση, ώστε κάποιος να αναλάβει ηγετικούς ρόλους.
Όπως είπε ο Ντε Νεβ, το γονίδιο rs4950 «φαίνεται να σχετίζεται με την κληροδότηση της ηγετικής ικανότητας από γενιά σε γενιά. Η συμβατική σοφία, ότι η ηγεσία είναι μία ικανότητα, παραμένει αληθινή σε μεγάλο βαθμό, όμως δείξαμε ότι επίσης αποτελεί εν μέρει γενετικό γνώρισμα».
Όπως εκτίμησε, είναι πιθανό ότι μερικοί από τους ηγέτες που αναδύθηκαν στην παγκόσμια ιστορία, έφεραν το συγκεκριμένο γονίδιο. Πάντως, οι ερευνητές τόνισαν ότι άσχετα με το αν κανείς διαθέτει ευνοϊκό γενετικό υπόβαθρο, η ανάληψη ενός ηγετικού πόστου εξαρτάται κυρίως από την απόκτηση των απαραίτητων για αυτή τη θέση ικανοτήτων.
Ο Ντε Νεβ δήλωσε ότι στο ερώτημα «κατά πόσο υπάρχει ένα συγκεκριμένο γονίδιο ηγέτη;», μετά τη νέα έρευνα η απάντηση θα πρέπει να είναι «ναι, σε ένα βαθμό», καθώς ο γενετικός παράγων παίζει σημαντικό ρόλο, μαζί με την μάθηση και το περιβάλλον, στην ανάδειξη των ηγετικών προσωπικοτήτων. Όμως πρόσθεσε ότι χρειάζεται κι άλλη έρευνα για να γίνει κατανοητό με ποιο τρόπο το συγκεκριμένο «γονίδιο του ηγέτη» αλληλεπιδρά με άλλους παράγοντες, όπως το μαθησιακό περιβάλλον του παιδιού.