Στην πραγματικότητα όμως συχνά αναδύει και μια σειρά αρνητικών συναισθημάτων όπως αγωνία, φόβο, άρνηση, εσωτερική σύγκρουση, τα οποία μάλιστα είναι δύσκολο να εκφραστούν καθώς έρχονται σε αντίθεση με το κοινωνικό πρότυπο.
Σε μια άλλη κοινωνική διάσταση, η εγκυμοσύνη, ενώ ουσιαστικά αφορά τους μελλοντικούς γονείς, τελικά δέχεται επιρροές από πολλούς παράγοντες όπως οι οικογένειες καταγωγής των δύο γονέων, το θέμα της εργασίας, το δίκτυο φίλων, τις ενασχολήσεις των γονέων και το περιβάλλον.
Τελικά, αν και απόλυτα φυσική, η εγκυμοσύνη είναι μια σύνθετη φάση ζωής η οποία σχετίζεται με και επηρεάζεται από προσωπικούς και κοινωνικούς παράγοντες.
Η ψυχολογία της μητέρας, ήδη από τη σύλληψη και την ανακάλυψη της εγκυμοσύνης κατά την επικρατούσα άποψη, επηρεάζει σημαντικά την ψυχοκοινωνική διαμόρφωση του εμβρύου. Και η ανάπτυξή του εμβρύου επηρεάζεται από τα ερεθίσματα στο περιβάλλον της μητέρας από την 9η βδομάδα ως και την γέννηση.
Κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης λοιπόν, απαιτείται από τη μητέρα ψυχοκοινωνική προσαρμοστία, η οποία είναι απαραίτητη για την ανάπτυξη της γονεϊκής ταυτότητας και συμπεριφοράς καθώς και για το συναισθηματικό δέσιμο με το παιδί.
Παράμετροι ψυχοκοινωνικοί (όπως η κουλτούρα, η μόρφωση, η διαθέσιμη υποστήριξη, η προσωπική εμπειρία από τους γονείς, προηγούμενες εγκυμοσύνες ή γέννες), η υγεία της μητέρας και του εμβρύου, καθώς και τα προσωπικά χαρακτηριστικά της μητέρας αλλά και του νεογέννητου σχετίζονται άμεσα με τη δημιουργία του απαιτούμενου συναισθηματικού δεσμού με αυτό.
Η εγκυμοσύνη είναι περίοδος μετάβασης και για τους δύο γονείς. Είναι η φάση που μπορούν να επεξεργαστούν ανοιχτά θέματα με τον εαυτό τους, τον τρόπο που οι ίδιοι ανατράφηκαν, να επιλέξουν τι γονείς θέλουν να γίνουν.
Περισσότερο η μητέρα χρειάζεται σε αυτή τη φάση να αποδεχτεί και να ενσωματώσει το μητρικό ρόλο και να συνειδητοποιήσει την ύπαρξη του παιδιού της και την ανάγκη συναισθηματικού δεσίματος μαζί του. Αυτή η αλλαγή φάσης ζωής είναι λοιπόν μια ευκαιρία για τη μετακίνηση σε ένα υψηλότερο σημείο ενημερότητας του εαυτού και ωρίμανσης απαιτώντας την απόκτηση νέων γνώσεων και δεξιοτήτων. Όλες αυτές οι αλλαγές αποτελούν μια κρίση την οποία η μητέρα (και ο πατέρας) καλείται να διαχειριστεί.
Σε όλη τη διάρκεια της εγκυμοσύνης η μητέρα βιώνει, λιγότερο ή περισσότερο έντονα, και την αγωνία για την ασφάλεια της κύησης. Αρχικά η αγωνία αφορά στην ίδια, στη συνέχεια στο μωρό και μετά στον καλό και χωρίς επιπλοκές τοκετό.
Ο στόχος είναι η απόλυτη υγεία της ίδιας και του παιδιού μετά τη γέννησή του. Στην περίοδο της εγκυμοσύνης, η μητέρα χρειάζεται επίσης να αναδιαμορφώσει τη σχέση με το σύντροφο, την πατρική της οικογένεια – ειδικά τη μητέρα της, τους φίλους, να έρθει σε επαφή με το σύστημα υγείας και να αναπτύξει νέα κοινωνικά δίκτυα ώστε να διασφαλίσει ένα χώρο για την ίδια και το παιδί της στον κόσμο.
Τελικά, ο εν κατακλείδι στόχος της αναπτυξιακής πορείας της μητέρας στη διάρκεια της εγκυμοσύνης είναι η απόφαση να δώσει μέρος του εαυτού της, η προθυμία και ικανότητα να κάνει προσωπικές θυσίες για το καλό του εμβρύου και στη συνέχεια παιδιού στο παρόν και το μέλλον.
Όταν αυτές οι αλλαγές ολοκληρωθούν επιτυχώς η νέα δομή της οικογένειας που προκύπτει θα έχει λειτουργικές βάσεις. Τυχόν επιπλοκές κατά τη διάρκεια της κύησης περιπλέκουν ακόμα περισσότερο την εγκυμοσύνη, τη συναισθηματική κατάσταση της μητέρας, του πατέρα και τη σχέση του ζευγαριού.
Η λήψη ψυχοκοινωνικής βοήθειας κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και της λοχείας έχει διαπιστωθεί ότι συντελεί στη δημιουργία του συναισθηματικού δεσίματος μητέρας και εμβρύου/ βρέφους άρα και στην καλύτερη φροντίδα και ανάπτυξη του παιδιού μετά τη γέννησή του, στην καλυτέρευση της σωματικής και ψυχικής υγείας της μητέρας και στη βελτίωση της σχέσης και των ρόλων του ζευγαριού.
Αν λοιπόν βιώνετε συναισθηματικές δυσκολίες στη διάρκεια της εγκυμοσύνης σας, κατανοείστε ότι αυτές προκύπτουν από όλες αυτές τις ψυχοκοινωνικές αλλαγές που απαιτούνται και θυμηθείτε ότι έχετε πάντα τη δυνατότητα να ζητήσετε υποστήριξη για αυτή τη φάση ζωής.
Πηγή: diatrofi.gr