H παχυσαρκία αποτελεί σημαντικό πρόβλημα, καθώς συνιστά συχνό υπόβαθρο της δυσλιπιδαιμίας, του σακχαρώδους διαβήτη, της αρτηριακής υπέρτασης και άλλων νοσημάτων
Παρέμβαση
της Γενοβέφας Κολοβού υπεύθυνης Εξωτερικών Ιατρείων και Προληπτικής Καρδιολογίας στο Ωνάσειο Καρδιοχειρουργικό Κέντρο
Τα νοσήματα του κυκλοφορικού όπως η στεφανιαία νόσος και το αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο αποτελούν διεθνώς την κύρια αιτία θανάτου. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια η θνησιμότητα από αυτά παρουσιάζει σταδιακή μείωση χάρη στις γνώσεις που κατακτήθηκαν στη διάγνωση και θεραπεία τους. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, το 2008 η θνησιμότητα από καρδιαγγειακά νοσήματα ήταν 214-455 θάνατοι ανά 100.000 άτομα, με το ποσοστό να είναι χαμηλότερο στις αναπτυγμένες χώρες.
Επίσης, στην Ευρώπη η καρδιαγγειακή νόσος αποτελεί την κύρια αιτία θανάτου. Το 2006, ο αριθμός θανάτων από νοσήματα του κυκλοφορικού, στα οποία περιλαμβάνονται τα καρδιαγγειακά νοσήματα και τα αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια ήταν 226 θάνατοι ανά 100.000 άτομα. Οι κλασικοί παράγοντες κινδύνου για την εμφάνιση καρδιαγγειακών νοσημάτων είναι το κάπνισμα, η αυξημένη ολική χοληστερόλη, ο σακχαρώδης διαβήτης, η αρτηριακή υπέρταση, η παχυσαρκία, η καθιστική ζωή και άλλα.
Οσον αφορά το κάπνισμα, ο κίνδυνος για την εμφάνιση καρδιοπαθειών είναι ανάλογος με τον αριθμό τσιγάρων και τη διάρκεια του καπνίσματος. Αντιθέτως, η διακοπή του καπνίσματος οδηγεί στη μείωση των βλαπτικών του συνεπειών. Επίσης το παθητικό κάπνισμα, δηλαδή η έκθεση μη καπνιστών σε καπνό του τσιγάρου, έχει όλες τις βλαπτικές ιδιότητες του ενεργητικού καπνίσματος.
Οι πάσχοντες από σακχαρώδη διαβήτη αξίζει να σημειωθεί ότι έχουν αυξημένο κίνδυνο για την εμφάνιση καρδιαγγειακών νοσημάτων 2-3 φορές περισσότερο σε σχέση με τον υγιή πληθυσμό. Επίσης, τα αυξημένα επίπεδα της «κακής χοληστερόλης» (LDL χοληστερόλης) και των τριγλυκεριδίων και οι χαμηλές τιμές της «καλής χοληστερόλης» (HDL χοληστερόλης) στο αίμα αποτελούν σημαντικό αίτιο εμφάνισης των καρδιαγγειακών νοσημάτων.
Αντίθετα, τα αυξημένα επίπεδα της HDL χοληστερόλης παίζουν προστατευτικό ρόλο. Η αρτηριακή υπέρταση αποτελεί έναν από τους κυριότερους παράγοντες εμφάνισης καρδιακής ανεπάρκειας, αγγειακών εγκεφαλικών επεισοδίων, περιφερικής αρτηριοπάθειας, νεφρικής ανεπάρκειας και κολπικής μαρμαρυγής. Ενας άλλος σημαντικός παράγοντας για εμφάνιση καρδιαγγειακών νοσημάτων είναι η παχυσαρκία και συγκεκριμένα η κατανομή του λίπους.
H παχυσαρκία αποτελεί σήμερα σημαντικό ιατρικό πρόβλημα, δεδομένου ότι συνιστά συχνό υπόβαθρο της δυσλιπιδαιμίας, του σακχαρώδους διαβήτη, της αρτηριακής υπέρτασης και άλλων νοσημάτων. Οι εκτιμήσεις για τη συχνότητα εμφάνισης της παχυσαρκίας στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής αποκαλύπτουν ότι το 31% των ανδρών, ηλικίας άνω των 19 ετών και το 35% των γυναικών της ίδιας ηλικίας υπερβαίνουν το προβλεπόμενο σωματικό βάρος. Στην Ελλάδα, η συχνότητα της παχυσαρκίας είναι παρόμοια.
Ειδικά η κεντρικού τύπου παχυσαρκία (συσσώρευση λίπους στην κοιλιακή χώρα) στην οποία συμβάλλει και η καθιστική ζωή, σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο καρδιαγγειακής νοσηρότητας και θνησιμότητας συγκριτικά με την περιφερικού (γυναικείου) τύπου κατανομή.
Η πρόληψη των καρδιαγγειακών νοσημάτων είναι ένας από τους βασικότερους στόχους του ιατρικού κόσμου. Μέχρι πρόσφατα εφαρμοζόταν πρωτογενής και δευτερογενής πρόληψη. Ωστόσο, αυτό δεν ισχύει ουσιαστικά, αφού ένα άτομο που δεν παρουσιάζει συμπτώματα μπορεί να έχει ήδη πολύ προχωρημένη πάθηση. Σήμερα, εφαρμόζεται η κατάταξη των ατόμων με βάση τον καρδιαγγειακό τους κίνδυνο.
Οι ομάδες κινδύνου.
Τα άτομα κατατάσσονται σε ομάδα πολύ υψηλού κινδύνου (κυρίως διαπιστωμένη καρδιαγγειακή νόσο, σακχαρώδης διαβήτης τύπου 1 ή 2 με εκκρινόμενη αλβουμίνη ούρων και χρόνια νεφρική ανεπάρκεια), ομάδα υψηλού κινδύνου (οικογενής δυσλιπιδαιμία, σοβαρή αρτηριακή υπέρταση, σακχαρώδης διαβήτης τύπου 1 ή 2 χωρίς άλλους καρδιαγγειακούς παράγοντες κινδύνου ή βλάβη των οργάνων-στόχου), ομάδα μετρίου κινδύνου και, τέλος, ομάδα χαμηλού κινδύνου.
Η πρόληψη των καρδιαγγειακών παθήσεων προϋποθέτει τη συνεργασία του ατόμου, της πολιτείας και του ιατρονοσηλευτικού προσωπικού, ώστε να υιοθετηθεί ένας τρόπος ζωής, ο οποίος σε συνδυασμό με την κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή θα συντελέσει στον περιορισμό ή και στην εξάλειψη των παραγόντων κινδύνου για ανάπτυξη καρδιαγγειακών νοσημάτων.
Η εκπαίδευση του ατόμου και της κοινωνίας ολόκληρης, καθώς και η έγκαιρη αναγνώριση των ατόμων που βρίσκονται σε μεγαλύτερο κίνδυνο για την εμφάνιση καρδιαγγειακής νόσου αποτελούν τον ακρογωνιαίο λίθο για την πρόληψη των καρδιαγγειακών νοσημάτων.
Από τα πρώτα μέτρα πρόληψης κατά της καρδιαγγειακής νόσου είναι η διακοπή του καπνίσματος.
Η υγιεινή διατροφή αποτελεί επίσης καθοριστικό βήμα στην πρόληψη της καρδιαγγειακής νόσου. Οι διατροφικές συνήθειες, ως γνωστόν, επηρεάζουν τον καρδιαγγειακό κίνδυνο είτε μέσω της επίδρασής τους σε παράγοντες κινδύνου όπως στην αρτηριακή υπέρταση (διακοπή κατανάλωσης αλατιού ή τροφών με μεγάλη ποσότητα αλατιού), στα επίπεδα χοληστερόλης του πλάσματος (αποφυγή κατανάλωσης ζωικών λιπών), στο σωματικό βάρος (μείωση του υπερβάλλοντος βάρους) και στα επίπεδα σακχάρου, είτε μέσω μιας ανεξάρτητης από αυτούς τους παράγοντες επίδρασης.