Η πιο πρόσφατη από τις εκθέσεις για την επιδημία παχυσαρκίας στις ΗΠΑ παρουσιάζει την συνηθισμένη ζοφερή εικόνα: το 35,7% των ενηλίκων και το 16,9% των παιδιών ηλικίας από 2 έως 19 ετών είναι υπέρβαρο.
Για πρώτη φορά όμως η μελέτη του Ταμείου για την Υγεία στην Αμερική και του Ιδρύματος Ρόμπερτ Γουντ Τζόνσον (η ένατη που έχουν παρουσιάσει μέχρι σήμερα) χρησιμοποιεί ένα είδος «χρονομηχανής» για να ερμηνεύσει τα στοιχεία. Με βάση πληθυσμιακά και άλλα στοιχεία η έκθεση προβλέπει ότι μέχρι το 2030, αν δεν αλλάξει τίποτα, οι μισοί ενήλικοι Αμερικανοί θα είναι παχύσαρκοι.
Στηριζόμενη σε στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα τον Αύγουστο το Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Ασθενειών (CDC) η έκθεση υποστηρίζει ότι το ποσοστό των υπέρβαρων θα φτάσει στο 44% και μάλιστα σε 13 Πολιτείες θα ξεπεράσει το 60%.
Δεδομένου ότι η παχυσαρκία αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης ορισμένων ασθενειών, όπως του διαβήτη τύπου 2 και του καρκίνου του ενδομητρίου, αυτό σημαίνει ότι ολοένα και περισσότεροι άνθρωποι θα παρουσιάζουν προβλήματα και το ιατροφαρμακευτικό κόστος θα εκτοξευθεί στα ύψη.
Τα τελευταία χρόνια καταγράφονται 1,9 εκατ. νέα κρούσματα διαβήτη τύπου 2 σε ετήσια βάση αλλά η έκθεση προβλέπει ότι τα κρούσματα μπορεί να αυξηθούν στα 7,9 εκατομμύρια. Τα εγκεφαλικά επεισόδια και οι χρόνιες καρδιοπάθειες ενδέχεται να φτάσουν τα 6,8 εκατ. κρούσματα από 1,3 εκατ. σήμερα. Το ιατρικό κόστος για ασθένειες που σχετίζονται με την παχυσαρκία θα αυξηθεί κατά 66 δισ. δολάρια ετησίως, από 147 δισ. δολάρια που είναι σήμερα. Συνολικά για ιατροφαρμακευτική περίθαλψη δαπανώνται σήμερα 2,7 τρισ. δολάρια.