Στο συμπέρασμα αυτό κατέληξαν επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια στο Έρβαϊν, οι οποίοι αξιολόγησαν την ψυχική και σωματική υγεία 1.322 εθελοντών τις εβδομάδες πριν και μετά τις επιθέσεις στους Διδύμους Πύργους στις 11 Σεπτεμβρίου 2001 και την έναρξη του πολέμου στο Ιράκ το 2003.
Οι ερευνητές κατέγραψαν την έκθεση των εθελοντών στα μέσα μαζικής ενημέρωσης και τις αντιδράσεις οξέος αλλά και μετατραυματικού στρες στα συμβάντα που παρακολουθούσαν.
Η περίοδος του οξέος στρες αφορά τις πρώτες εβδομάδες έπειτα από ένα σοβαρό γεγονός, ενώ ένα μήνα μετά το συμβάν αρχίζει η περίοδος του μετατραυματικού στρες. Στην παρούσα μελέτη, το οξύ στρες των εθελοντών μετρήθηκε 9-14 ημέρες έπειτα από την 11η Σεπτεμβρίου και μέσα σε λίγες μέρες από την έναρξη του πολέμου στο Ιράκ.
Τρία χρόνια αργότερα η αξιολόγηση των εθελοντών επαναλήφθηκε, για να διερευνηθεί κατά πόσον άντεξαν στο χρόνο τα ψυχικά τραύματα που τυχόν είχαν αποκομίσει τις μέρες των τραυματικών γεγονότων.
Όπως έδειξε η ανάλυση όλων των στοιχείων, όσοι εθελοντές παρακολουθούσαν στην τηλεόραση επί περισσότερο από 4 ώρες την ημέρα την κάλυψη των παραπάνω γεγονότων, διέτρεχαν αυξημένες πιθανότητες να εκδηλώσουν συμπτώματα οξέος αλλά και μετατραυματικού στρες.
Είχαν επίσης αυξημένες πιθανότητες να εκδηλώσουν δύο έως τρία χρόνια αργότερα προβλήματα σωματικής υγείας.
Τα νέα ευρήματα, πάντως, δεν σημαίνουν πως θα πρέπει να λογοκριθούν ή να αποκρυβούν οι εικόνες από τους ολέθρους στον πλανήτη για να προστατευθεί η ψυχική υγεία των πολιτών του κόσμου, διευκρίνισε η επικεφαλής της έρευνας, δρ Σίλβερ.
«Αυτό που πρέπει να γίνει είναι να συνειδητοποιήσει ο κόσμος ότι δεν αποκομίζει κάποιο όφελος από την συνεχή έκθεσή του σε εικόνες φρίκης», εξήγησε.
Η μελέτη πρόκειται να δημοσιευθεί σε επερχόμενο τεύχος της επιθεώρησης «Psychological Science».