Πλην της εφηβικής ηλικίας η ακμή μπορεί να παρουσιασθεί κατά την νεογνική και βρεφική ηλικία. Το ποσοστό των ατόμων που πάσχει από οποιασδήποτε μορφής ακμή πλησιάζει το 80%. Οι άνδρες παρουσιάζουν βαρύτερη μορφή της νόσου, ενώ η ακμή φαίνεται να διαρκεί περισσότερο στις γυναίκες. Η μέση διάρκεια της νόσου είναι 4-5 χρόνια, ενώ σε σημαντικό ποσοστό μπορεί να διαρκέσει πολύ περισσότερο.
Αιτιολογία – Παθογένεια
Η ακμή είναι η συχνότερη νόσος της τριχοσμηγματογόνου μονάδας. Εμφανίζεται στις περιοχές όπου οι σμηγματογόνοι αδένες παρουσιάζουν τη μεγαλύτερη δραστηριότητα, δηλαδή στο πρόσωπο, στη ράχη στο στήθος στους ώμους.
Η αιτιοπαθογένεια της νόσου δεν είναι απολύτως ξεκάθαρη, εν τούτοις η επικρατούσα άποψη είναι ότι συμβάλλουν τέσσερις τουλάχιστον παράγοντες σε γενετικά προδιατεθειμένα άτομα για την ανάπτυξη. Οι παράγοντες αυτοί είναι :
1. Η υπερέκκριση σμήγματος.
2. Η διαταραχή της κερατινοποίησης (που οδηγεί σε απόφραξη του πόρου του σμηγματογόνου αδένα).
3. Ο αποικισμός(μόλυνση) από το προπιονικό βακτηρίδιο της ακμής (του θυλάκου).
4. Η φλεγμονή
Πιο συγκεκριμένα, η υπερπαραγωγή σμήγματος οφείλεται στην αυξημένη ευαισθησία των σμηγματογόνων αδένων στη δράση των ανδρογόνων ορμονών. Η διαταραχή της κερατινοποίησης (που προκαλεί απόφραξη του τριχοσμηγματογόνου πόρου), δημιουργείται από παθολογικά αυξημένα κερατινοκύτταρα που συσσωρεύονται και συγκολλούνται στερεά μεταξύ τους, σχηματίζουν κεράτινα βύσματα που αποφράσσουν τον αυλό και εμποδίζουν την έξοδο του σμήγματος, με τελικό αποτέλεσμα την διάταση του πόρου του τριχοσμηγματογόνου αδένα.
3. Το προπιονικό βακτηρίδιο της ακμής υπάρχει σχεδόν πάντοτε στους αυλικούς τριχοσμηγματογόνους πόρους, ακόμη και σε υγιή άτομα. Παράγει ένζυμα, λιπάσες, πρωτεάσας και χημειοτακτικούς παράγοντες. Οι λιπάσες υδρολύουν το σμήγμα και απελευθερώνουν ελεύθερα λιπαρά οξέα που είναι ερεθιστικά και προκαλούν τις πρώτες εκδηλώσεις της ακμής τους, φαγέσωρες.
5.Η φλεγμονή είναι το αποτέλεσμα της ρήξης του εκφορητικού σωλήνα του σμηγματογόνου αδένα. Το περιεχόμενο (σμήγμα, κερατινοκύτταρα, λιπαρά οξέα, μικρόβια) απελευθερώνεται μέσα στο δέρμα προκαλώντας την εμφάνιση και των υπόλοιπων βλαβών της ακμής (βλατίδων, φλυκταινών, κύστεων). Όταν η φλεγμονή είναι ιδιαίτερα εκτεταμένη καταλήγει στη δημιουργία ουλών.
Πρέπει να σημειωθεί ότι υπάρχει γενετικό υπόστρωμα για την εκδήλωση της ακμής. Ένα μεγάλο ποσοστό ασθενών, περίπου το 50%, αναφέρει ότι ο ένας τουλάχιστον από τους γονείς του, είχε ακμή στη νεότητά του. Η κληρονομικότητα φαίνεται να επηρεάζει επίσης και τη βαρύτητα της νόσου.
Άλλοι παράγοντες που επηρεάζουν δυσμενώς την πορεία της ακμής είναι: ενδοκρινοπάθειες με υπερπαραγωγή ανδρογόνων ορμονών (πολυκυστικές ωοθήκες, ορισμένα φάρμακα όπως κορτικοστεροειδή, αναβολικά, αντιεπιληπτικά, αντιφυματικά , λίθιο κ.α.
Το stress η υγρασία και η ζέστη μπορεί να προκαλέσουν έξαρση της ακμής. Η κατανάλωση ορισμένων λιπαρών τροφών, ζυμαρικών, σοκολάτας, ποτών, που προάγουν την παραγωγή σμήγματος, ενδέχεται να επιδεινώσουν την ακμή.
Κλινική εικόνα
Το εξάνθημα της ακμής είναι συνήθως πολύμορφο. Αποτελείται από φαγέσωρες, βλατίδες, φλύκταινες, οζίδια και σπανιότερα από κύστεις και ουλές.
Οι φαγέσωρες είναι μικρά μελανά η λευκά επάρματα μεγέθους κεφαλής καρφίτσας, που περιέχουν σμήγμα. Αποτελούν τις πρώτες βλάβες της ακμής.
Βλατίδες και φλύκταινες είναι μικρές φλεγμονώδεις βλάβες με πυώδες περιεχόμενο. Μαζί με τους φαγέσωρες απαντώνται στην πλειοψηφία ασθενών με ακμή.
Οζίδια και κύστεις είναι επώδυνοι βαθείς σχηματισμοί, που υποχωρούν βραδύτατα και συχνά διαπυούνται. Αυτές οι βλάβες συνήθως καταλείπουν ουλές.
Η ακμή ανάλογα με τη μορφολογία και τον αριθμό των στοιχείων διακρίνεται σε ελαφρά, ήπια και βαρειά . Ο ασθενής που παρουσιάζει φαγέσωρες και ολίγα φλεγμονώδη στοιχεία πάσχει από ελαφρά ακμή. Εκείνος που παρουσιάζει πολλούς φαγέσωρες, βλατίδες και φλύκταινες, πάσχει από ήπια μορφή ακμής. Ενώ οι ασθενείς που εμφανίζουν φλύκταινες, οζίδια και κύστεις, πάσχουν από βαρειά μορφή της νόσου. Η βαρειά ακμή είναι δυσίατη, επίμονη, με μεγάλη χρονική διάρκεια ενώ στην αποδρομή της μπορεί να αφήσει αντιαισθητικές ουλές.
Μία ιδιαίτερη μορφή ακμής μπορεί να εμφανισθεί κατά τη νεογνική ή βρεφική ηλικία. Οι βλάβες αποτελούνται από αραιούς φαγέσωρες και βλατιδοφλυκτανίδια που εντοπίζονται στη μύτη ή στα μάγουλα. Συνήθως υποχωρούν εντός 3 μηνών. Η εμφάνιση της ακμής, σ’αυτές τις ηλικίες, αποδίδεται σε διέγερση των σμηγματογόνων αδένων από τα ανδρογόνα της μητέρας μέσω της πλακουντικής κυκλοφορίας.
Θεραπεία
Η θεραπεία της ακμής καθορίζεται από την ηλικία τους ασθενούς και από την βαρύτητα της νόσου. Οι ασθενείς θα πρέπει να γνωρίζουν ότι η θεραπεία πρέπει να συνεχίζεται για μεγάλο χρονικό διάστημα, ακόμη και μετά την υποχώρηση των στοιχείων της ακμής. Η θεραπεία περιλαμβάνει γενικά μέτρα υγιεινής, τοπική και συστηματική αγωγή. Επιβάλλεται ο καθαρισμός της πάσχουσας περιοχής με ήπια καθαριστικά, τουλάχιστον δύο φορές την ημέρα. Ελαφρά και ήπια ακμή ανταποκρίνονται συνήθως σε τοπική θεραπεία με αντιβιοτικά, υπεροξείδιο του βενζολίου, αζελαϊκό οξύ, ρατινοϊκό οξύ ή και συνδυασμούς αυτών των φαρμάκων, που χορηγούνται σε μορφή γαλακτώματος, κρέμας ή γέλης.
Βαρύτερες μορφές ακμής απαιτούν την από του στόματος χορήγηση αντιβιοτικών. Ο χρόνος που πρέπει να χορηγηθούν τα αντιβιοτικά για να υπάρξει το επιθυμητό αποτέλεσμα είναι 6-12 μήνες. Η θεραπεία με αντιβιοτικά συνήθως συνδυάζεται με τοπική αγωγή.
Για την οζώδη κυστική αλλά και την υποτροπιάζουσα ακμή φάρμακο εκλογής είναι τα ρετινοειδή τα οποία τα οποία πρέπει να χορηγούνται τουλάχιστον επί 6 μήνες. Οι ασθενείς που λαμβάνουν ρετινοειδή πρέπει να αποφύγουν την εγκυμοσύνη καθόλη τη διάρκεια της θεραπείας και 3 μήνες μετά, διότι το φάρμακο έχει τερατογόνο δράση. Η ορμονική θεραπεία συνιστάται μόνο σε γυναίκες, σε περιπτώσεις που υπάρχει ορμονική ανωμαλία, διαταραχή της έμμηνης ρύσης ή εκεί όπου απέτυχαν οι άλλες επιλογές. Χορηγούνται αντισυλληπτικά επί 8-12 μήνες.
Τα τελευταία χρόνια για τη βελτίωση των ουλών και των δυσμορφιών που καταλείπει συχνά η νόσος, χρησιμοποιούνται χημικά peelings, laser, δερμοαπόξεση, με αρκετά καλά αποτελέσματα.
Η ακμή είναι συνήθως μία χρόνια φλεγμονώδης, πολυπαραγωντική νόσος των νέων. Η αντιμετώπισή της απαιτεί στενή συνεργασία Δερματολόγου και Ασθενούς, δεδομένου ότι δεν υπάρχει μέθοδος που να εγγυάται την οριστική λύση του προβλήματος. Η μακροχρόνια εφαρμογή της θεραπείας με τις όποιες τροποποιήσεις μπορεί να περιορίσει τις εξάρσεις, τις υπολειμματικές βλάβες και να αναστείλει τη δημιουργία ουλών και δυσμορφιών η παρουσία των οποίων επηρεάζει την ποιότητα της ζωής και την εύθραυστη ισορροπία των νέων.
Πηγή: iator.gr