Παρά την ευρέως διαδεδομένη πεποίθηση ότι όσο μεγαλώνει κανείς, τόσο χειροτερεύει ο ύπνος του, μια νέα μεγάλη αμερικανική έρευνα … κατέληξε στο ακριβώς αντίθετο συμπέρασμα, ότι η ποιότητα του ύπνου μάλλον βελτιώνεται με το πέρασμα του χρόνου.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον δρα Μάικλ Γκράντνερ του Κέντρου για τον Ύπνο και την Κιρκαδιανή Νευροβιολογία του πανεπιστημίου της Πενσιλβάνια, κατέφυγαν σε μια τηλεφωνική έρευνα σε πάνω από 150.000 ενήλικες, οι οποίοι ρωτήθηκαν για την ποιότητα του βραδινού ύπνου τους.
Όπως διαπιστώθηκε, ενώ πράγματι τα διάφορα προβλήματα υγείας μπορεί να επηρεάσουν αρνητικά τον ύπνο, αποτελεί μύθο ότι η ίδια η προχωρημένη ηλικία αποτελεί αιτία για να μην κοιμάται κανείς καλά. Στην πραγματικότητα, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι όσοι έχουν περάσει τα 80 τους, κοιμούνται καλύτερα από όλους, αρκεί να μην ταλαιπωρούνται από προβλήματα υγείας ή κατάθλιψη.
Η νέα έρευνα σκοπίμως δεν περιορίστηκε σε εργαστηριακά πειράματα σε περιορισμένο αριθμό εθελοντών, όπως έχει γίνει συχνά στο παρελθόν και, αντίθετα, οι επιστήμονες προτίμησαν να απευθυνθούν σε ένα πολύ μεγάλο και τυχαίο δείγμα ανθρώπων, έστω και τηλεφωνικά.
Απομονώνοντας άλλους παράγοντες, όπως η υγεία, οι ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι τα παράπονα των ανθρώπων για άσχημο ύπνο μειώνονται όσο αυξάνεται η ηλικία τους, με τον χαμηλότερο αριθμό γκρίνιας να καταγράφεται μετά τα 70.
Η μόνη εξαίρεση σε αυτή τη γενικότερη τάση αύξησης της ποιότητας του ύπνου με το πέρασμα του χρόνου, είναι ένα ενδιάμεσο διάστημα, κάπου ανάμεσα στα 40 και τα 50, δηλαδή στη μέση ηλικία, όταν η ποιότητα του ύπνου είναι μέτρια ή χειροτερεύει σε σχέση με πριν, μετά όμως βελτιώνεται και πάλι.