Μια ένεση που γίνεται σε ασθενείς μέσα σε 12 ώρες μετά την εκδήλωση εμφράγματος ή εγκεφαλικού, μπορεί να μειώσει σημαντικά (πάνω από 60%) τις ζημιές για τον οργανισμό, σύμφωνα με μια νέα επιστημονική έρευνα, η οποία μπορεί να αποδειχτεί ιστορικό ορόσημο στην κλινική θεραπεία αυτών των περιστατικών. Για μια ακόμη φορά, έλληνες ερευνητές που δραστηριοποιούνται στο εξωτερικό, συγκεκριμένα στις Η.Π.Α., έπαιξαν ρόλο στη νέα ανακάλυψη.Ήδη τα σχετικά πειράματα με ζώα έχουν σημειώσει επιτυχία και εκφράζεται αισιοδοξία ότι στο μέλλον κάτι ανάλογο θα συμβαίνει και στους ανθρώπους.
Οι επιστήμονες από τη Βρετανία, την Αυστρία, τις Η.Π.Α. και την Ιαπωνία (από το Ιατρικό Πανεπιστήμιο της πολύπαθης Φουκουσίμα), καθώς και της ελληνο-αμερικανικών συμφερόντων βιοφαρμακευτικής εταιρίας Omeros, με επικεφαλής τον καθηγητή ανοσολογίας Βίλχελμ Σβέμπλε του Τμήματος Καρδιαγγειακών Επιστημών του πανεπιστημίου του Λέστερ, ανέπτυξαν ένα αντίσωμα, το οποίο περιορίζει σε μεγάλο βαθμό τη δευτερογενή ζημιά.
Οι ερευνητές αρχικά ανακάλυψαν ένα μόριο-κλειδί στο αίμα (το ένζυμο MASP-2) που ευθύνεται για την εσφαλμένη επίθεση του ανοσοποιητικού συστήματος και, σε επόμενο στάδιο, ανέπτυξαν μια πρωτεϊνη-αντίσωμα (την OMS646), που εξουδετερώνει το «ένοχο» ένζυμο. Το αντίσωμα, που εισάγεται μέσω ένεσης, μειώνει πάνω από 60% τη φυσική βλάβη των ιστών της καρδιάς και του εγκεφάλου μετά το ισχαιμικό επεισόδιο, καθώς εμποδίζει τον οργανισμό να επιτεθεί στο ίδιο του το σώμα και, έτσι, ο ασθενής συνεχίζει να οξυγονώνεται κανονικά.
Οι πρώτες κλινικές δοκιμές σε ανθρώπους προγραμματίζονται να γίνουν, μέσα στην επόμενη διετία.