Οταν το άγχος γίνεται υπερβολικό, επηρεάζει τις γνωστικές λειτουργίες του υποψηφίου, όπως τη μνήμη, την προσοχή και τη σκέψη του
Οι πανελλαδικές εξετάσεις πλησιάζουν, η αγωνία και το άγχος, τόσο των μαθητών όσο και των γονιών, κορυφώνεται. Το άγχος των εισαγωγικών εξετάσεων, όταν βρίσκεται σε φυσιολογικά επίπεδα, είναι λειτουργικό και δημιουργικό. Βοηθά στην επίτευξη υψηλών επιδόσεων και παρέχει τη δυνατότητα στα νεαρά άτομα να αναπτύξουν αμυντικούς μηχανισμούς, οι οποίοι θα τους είναι απαραίτητοι, προκειμένου να μπορέσουν να αντέξουν σε μελλοντικές καταστάσεις.
Οταν, όμως, παίρνει ανεξέλεγκτες διαστάσεις, γίνεται δυσλειτουργικό. Εχει επιπτώσεις στην ψυχική υγεία του μαθητή και αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα για την επιτυχία των εξετάσεων. Συνήθως, το υπερβολικό άγχος κατακλύζει άτομα τα οποία είτε έχουν χαμηλή αυτοεκτίμηση και αδυνατούν να αντεπεξέλθουν υπό συνθήκες πίεσης ή δεν επιθυμούν να απογοητεύσουν τον οικογενειακό τους και το κοινωνικό τους περίγυρο.
Το άγχος μεγιστοποιείται όταν ο υποψήφιος και ιδιαίτερα η οικογένεια του ταυτίζουν την επιτυχία σε κάποιο ανώτατο ίδρυμα ως προσωπική και αργότερα επαγγελματική καταξίωση και ευτυχία, ενώ θεωρούν την αποτυχία ως καταστροφή για τη μελλοντική πορεία του εφήβου.
Γι’ αυτόν το λόγο, η αποτυχία αποτελεί μέγιστο πλήγμα στην αυτοεκτίμηση και αυτοεικόνα του εφήβου. Ο ρόλος των γονέων είναι καθοριστικός για τη διόγκωση του άγχους του υποψηφίου.
Οι γονείς συχνά, χωρίς να λαμβάνουν υπόψη τις προτιμήσεις και τις δυνατότητες του παιδιού τους, έχουν υπερβολικές προσδοκίες από εκείνο, με αποτέλεσμα να το επιβαρύνουν συναισθηματικά και να το παρεμποδίζουν να αποδώσει το μέγιστο δυνατό.
Το άγχος εκδηλώνεται με διαφορετικό τρόπο σε κάθε άτομο και μπορεί να επηρεάσει διάφορους τομείς: Συναισθηματικό, γνωστικό και σωματικό.
Σε συναισθηματικό επίπεδο, ο υποψήφιος μπορεί να γίνει ευερέθιστος με τον περίγυρό του. Να κάνει αρνητικές σκέψεις για την έκβαση των τελικών εξετάσεων («δεν θα τα καταφέρω», «δεν ξέρω τίποτα», «δεν έχω διαβάσει αρκετά»). Ενδέχεται, δε, να παραιτηθεί από το διάβασμα και γενικότερα από τους στόχους του.
Οταν το άγχος γίνεται υπερβολικό, μπορεί να επηρεάσει τις γνωστικές λειτουργίες του υποψηφίου, όπως τη μνήμη, την προσοχή, τη σκέψη του. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να μειώνεται η αποδοτικότητά του, καθώς και οι ικανότητες για οργάνωση και προγραμματισμό.
Σε οργανικό επίπεδο μπορεί να δημιουργήσει διαφόρων ειδών συμπτώματα, όπως πονοκέφαλους, ταχυπαλμίες, δύσπνοια, τρέμουλο στα χέρια, ναυτία, εξάψεις, αϋπνία, διαταραχές ύπνου ή διαταραχές διατροφής.
Τα συμπτώματα αυτά μπορούν να είναι μακροπρόθεσμα (σε όλη τη διάρκεια της σχολικής περιόδου) ή βραχυπρόθεσμα (κατά τη διάρκεια των πανελλήνιων εξετάσεων).
Οι συμβουλές που μπορούμε να δώσουμε στους υποψήφιους για την καλύτερη διαχείριση του άγχους είναι οι εξής:
Ο υποψήφιος θα χρειαστεί να κατανοήσει ότι οι εισαγωγικές εξετάσεις αξιολογούν συγκεκριμένο εύρος γνώσεων και όχι τις πραγματικές του ικανότητες και δεξιότητες. Οφείλει να κάνει θετικές σκέψεις κατά τη διάρκεια των εξετάσεων, διατηρώντας την αυτοπεποίθησή του. Το διάβασμα τις ημέρες των εξετάσεων πρέπει να είναι προγραμματισμένη επανάληψη και όχι προσπάθεια κτήσης νέας γνώσης. Το αγχωτικό διάβασμα των τελευταίων ημερών φέρνει πανικό και απογοήτευση. Κατά τη διάρκεια των εξετάσεων ο υποψήφιος δεν θα πρέπει να χάσει τη ψυχραιμία του. Αν θεωρήσει ότι τα θέματα είναι δύσκολα, ας ξεκινήσει με εκείνα που γνωρίζει, προκειμένου να μη χάσει πολύτιμο χρόνο. Ιδιαίτερη προσοχή απαιτείται και από τους γονείς, οι οποίοι διαδραματίζουν σοβαρό ρόλο στην προετοιμασία των μαθητών: Να μην παρεμβαίνουν στον τρόπο διαβάσματος του παιδιού τους. Να του επιτρέψουν να επιλέξει τον τρόπο διαβάσματος που του ταιριάζει καλύτερα. Να το ενθαρρύνουν να εκφράσει τα συναισθήματά του, τις σκέψεις, τις αγωνίες, τους φόβους του. Να το διαβεβαιώσουν ότι θα το αγαπούν, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα. Να μη μεταδίδουν το δικό τους άγχος στο παιδί τους.
Παρέμβαση της Αποστολίας Ντέκοβα, κλινικής ψυχολόγου