Τα κτήρια που είναι κλειστά πάνω από τρεις εβδομάδες θεωρούνται εστίες για τη νόσο των Λεγεωναρίων. Σχολεία, γυμναστήρια, εργοστάσια, ξενοδοχεία και εστιατόρια στην λίστα.
Τα εμπορικά κτήρια, που είχαν κλείσει για εβδομάδες στην προσπάθεια για να τιθασευθεί η εξάπλωση του κορονοϊού, είναι δυνατόν να αποτελέσουν εστία για μια άλλη επίφοβη λοίμωξη των πνευμόνων: τη νόσο των «Λεγεωναρίων».
Οι ειδικοί σε θέματα δημόσιας υγείας έχουν προειδοποιήσει τους ιδιοκτήτες κτηρίων σε όλο τον κόσμο να ξανανοίξουν προσεκτικά τα γραφεία τους, προκειμένου να αποτραπεί μία έκρηξη της σοβαρής και μερικές φορές θανατηφόρας, μορφής αυτής της πνευμονίας.
Κλειδί η μειωμένη χρήση νερού
Το αιφνίδιο και παρατεταμένο κλείσιμο σχολείων, εργοστασίων, επιχειρήσεων και κυβερνητικών γραφείων δημιούργησε μια άνευ προηγουμένου μείωση στη χρήση του νερού. Η έλλειψη χλωριωμένου νερού που ρέει μέσω σωλήνων, σε συνδυασμό με τις ακανόνιστες εναλλαγές της θερμοκρασίας, έχουν δημιουργήσει συνθήκες, που κάλλιστα μπορούν να αποτελέσουν ένα ιδανικό υπόστρωμα για την ανάπτυξη των βακτηρίων που προκαλούν τη νόσο των Λεγεωναρίων, προσθέτουν οι ίδιοι ειδήμονες.
Εάν διαγνωσθεί έγκαιρα, η νόσος των Λεγεωναρίων αποτελεί πολύ πιο ελάχιστο κίνδυνο για την υγεία από όσο η COVID-19, που προκαλείται από τον νέο κορονοϊό. Τα περισσότερα κρούσματα της λοίμωξης αυτής είναι δυνατόν να θεραπευτούν επιτυχώς με αντιβιοτικά, και επίσης η νόσος των Λεγεωναρίων δεν μπορεί να μεταδοθεί από άνθρωπο σε άνθρωπο.
Εν τούτοις, ενώ οι κοινότητες σκέφτονται να επιστρέψουν ξανά στην ομαλότητα, η οποιαδήποτε εμπορική εγκατάσταση, που χρειάσθηκε να αδειάσει εντελώς, ή υποχρησιμοποιήθηκε για περισσότερες από τρεις εβδομάδες, αποτελεί δυνητική εστία για να ξεσπάσει η νόσος των Λεγεωναρίων. Εκτός εάν οι σωληνώσεις του νερού ξεπλυθούν σωστά και απολυμανθούν, τονίζουν οι ειδικοί και κυβερνητικοί αξιωματούχοι.
Ποια κτήρια είναι ύποπτα
Ο κατάλογος με κτήρια που κατά κύριο λόγο διατρέχουν τέτοιον κίνδυνο περιλαμβάνει τα σχολεία, τα γυμναστήρια, τα εργοστάσια, τα ξενοδοχεία, τα εστιατόρια και κέντρα θεραπείας εξωτερικών ασθενών.
Σύμφωνα με τις επικαιροποιημένες οδηγίες που έδωσε την Τετάρτη το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων των ΗΠΑ, η απειλή αυτή αφορά επίσης και τα υδρομασάζ, τα συντριβάνια και τις πηγές νερού, τα συστήματα καταιονισμού και εκατομμύρια ψύκτες νερού στα εμπορικά κτήρια.
«Είναι ένα παγκόσμιο πρόβλημα, που όμως μπορεί να λυθεί με τις κατάλληλες προφυλάξεις», υποστηρίζει η Βρετανή μικροβιολόγος Σουζάν Σούρμαν-Λι, που έχει συντάξει και τις οδηγίες επαναλειτουργίας για λογαριασμό της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Κλινικής Μικροβιολογίας και Λοιμωδών Νοσημάτων. «Οι περισσότερες μεγάλες εταιρείες που διαθέτουν ανάλογους συμβούλους είναι πιθανό να γνωρίζουν για τα προβλήματα των στάσιμων συστημάτων νερού, όμως αυτό το ζήτημα θα αποτελέσει μια πρόκληση για μικρότερα καταστήματα λιανικής πώλησης, κέντρα υγείας και ξενοδοχεία».
Οι οργανισμοί ύδρευσης και αποχέτευσης έχουν επίσης εκπέμψει έκκληση για προσοχή κατά την επαναλειτουργία των μεγάλων κτηρίων.
«Για να είμαι ειλικρινής, αυτό δεν αποτελούσε στην πραγματικότητα μέρος του σχεδιασμού για τη συνέχιση της δραστηριότητας των επιχειρήσεων από την πλευρά των ενοικιαστών ακινήτων σε όλον τον κόσμο. Επί του παρόντος, πολύ λίγες εταιρείες σκέφτονται ότι και τα συστήματα νερού θα πρέπει να συνυπολογίζονται στην επανέναρξη των δραστηριοτήτων τους και στις νέες προσπάθειές τους για άνοιγμα της επιχείρησης. Ποτέ άλλοτε δεν είχε χρειασθεί να αντιμετωπίσουν μία τόσο μικρή χρήση των χώρων τους», δήλωσε σχετικά ο Κρις Μπόιντ από την εταιρεία ελέγχου προτύπων NSF International.
Τι είναι η νόσος των Λεγεωναρίων
Η νόσος των Λεγεωναρίων αποτελεί μία μορφή πνευμονίας που πήρε το όνομά της από ένα θανατηφόρο ξέσπασμα της νόσου σε ένα συνέδριο της Αμερικανικής Λεγεώνας (American Legion) το 1976 στη Φιλαδέλφεια. Στις ΗΠΑ, είναι μία από τις κύριες ασθένειες που μεταδίδεται μέσω του νερού και σύμφωνα με το CDC περίπου 50.000 άτομα μολύνθηκαν στο διάστημα μεταξύ 2000 και 2015.
Τα άτομα που προσβάλλονται από τη νόσο των Λεγεωναρίων αναπτύσσουν πνευμονία. Οι ασθενείς χωρίς υποκείμενα νοσήματα συνήθως αναρρώνουν, αλλά συχνά χρειάζονται νοσηλεία και αντιβιοτικά για τη θεραπεία της πνευμονικής αυτής λοίμωξης. Περίπου ο ένας ασθενής στους 10 πεθαίνει, σύμφωνα με το CDC, όμως η αντίστοιχη αναλογία μεταξύ εκείνων που προσβάλλονται από τη νόσο των Λεγεωναρίων κατά τη διάρκεια της παραμονής στο νοσοκομείο, είναι ένας στους τέσσερις.
Μετά από μία έξαρση της νόσου των Λεγεωναρίων το 2015, κατά τη διάρκεια της οποίας 10 Νεοϋορκέζοι κατέληξαν και τουλάχιστον άλλα 100 άτομα αρρώστησαν, η πόλη είχε αρχίσει να ρυθμίζει τους ψύκτες νερού, που θεωρήθηκε πως ενοχοποιούνται κατά κύριο λόγο. Την ίδια χρονιά, άλλοι 12 θάνατοι στο Φλιντ του Μίσιγκαν συνδέθηκαν επίσης με μία έξαρση της νόσου των Λεγεωνάριων, διότι οι αρχές είχαν αποφασίσει να αλλάξουν την πηγή τροφοδοσίας σε νερό στην πόλης από μια λίμνη, προηγουμένως, με ένα ποτάμι στη συνέχεια, χωρίς όμως να λάβουν τις κατάλληλες προφυλάξεις.
Η νόσος των Λεγεωναρίων προσβάλλει τον άνθρωπο όταν τα βακτήρια της λεγεωνέλας διαδίδονται στον αέρα ως ‘αεροψεκάδες’ ( aerosol) από πηγές νερού, όπως στα υδρομασάζ, στο ντους, τις βρύσες και τα βιομηχανικά συστήματα ψύξης νερού.
Η απειλή από τη νόσο των Λεγεωναρίων σύμφωνα με ορισμένους ειδικούς στην προκειμένη περίπτωση μπορεί να οδηγήσει σε λανθασμένες διαγνώσεις, καθώς οι νοσούντες τείνουν να παρουσιάσουν τα ίδια συμπτώματα με τους ασθενείς με κορονοϊό, όπως βήχα, ρίγη και πυρετό.
Μάλιστα σε πρόσφατη δημοσίευση στο έγκυρο ιατρικό περιοδικό The Lancet μίας έρευνας από Κινέζους γιατρούς, διαπιστώνεται πως ένα 20% των ασθενών με κορονοϊό είχαν επίσης νόσο των Λεγεωναρίων.
Μάλιστα σε μελέτη που δημοσιεύθηκε στη Διεθνή Εταιρεία Ταξιδιωτικής Ιατρικής, Ιάπωνες γιατροί ανέφεραν την περίπτωση ενός 80χρονου άνδρα που κατέληξε λίγο μετά την επιστροφή του από μια κρουαζιέρα στον Νείλο τον Μάρτιο κι όπως υποστηρίζουν προσβλήθηκε με λεγεωνέλα και κορονοϊό. Παρόλο που οι γιατροί δεν μπόρεσαν να προσδιορίσουν ποια από τις δύο νόσους τον προσέβαλε πρώτα, σημειώνουν πως η λεγεωνέλα είχε συνδεθεί με κρουαζιερόπλοια και όχι με νοσοκομεία.
«Το κρούσμα τούτο, αν και θανατηφόρο, υπογραμμίζει τη σημασία μίας διαφορικής διάγνωσης κατά τη διάρκεια της τρέχουσας επιδημίας COVID-19, ώστε να μην απολέσουμε τη δυνατότητα να εντοπίζουμε τη δυνατότητα να διαγνώσουμε κι άλλες θεραπεύσιμες ασθένειες με παρόμοια συμπτώματα» με αυτά του κορονοϊου, τονίζουν οι ίδιοι γιατροί.