Το τσάι είναι ένα από τα πιο διαδεδομένα ροφήματα στον κόσμο. Μετά το νερό, το τσάι είναι το πιο … συχνά καταναλισκόμενο ποτό.
Σήμερα, καταναλώνονται πάνω από 3 εκατομμύρια φλιτζάνια τσάι ημερησίως. Όλες οι ποικιλίες και οι καλλιέργειες τσαγιού προέρχονται από το φυτό Camellia sinensis. Στις ασιατικές χώρες, το τσάι χρησιμοποιείται ακόμη και ως φάρμακο, ενώ η μεγάλη κατανάλωση τσαγιού στους δυτικούς πολιτισμούς έχει συσχετιστεί με έναν υγιεινό τρόπο διατροφής και ζωής.
Η αυξημένη κατανάλωση τσαγιού έχει συνδεθεί με μειωμένη εμφάνιση καρδιαγγειακών νοσημάτων. Σε μελέτη στον κινέζικο πληθυσμό, άτομα που κατανάλωναν περισσότερα από 2 φλιτζάνια τσάι την ημέρα, είχαν χαμηλότερα επίπεδα ολικής χοληστερόλης στο αίμα. Σε άλλη πρόσφατη έρευνα, η κατανάλωση πράσινου τσαγιού φάνηκε ότι ήταν αντιστρόφως ανάλογη με την θνησιμότητα από καρδιαγγειακά νοσήματα.
Συγκεκριμένα, σε έρευνα στο Ρότερνταμ, έδειξε ότι οι καταναλωτές που έπιναν τσάι, είχαν 50% λιγότερες πιθανότητες να εμφανίσουν πενταετή θνησιμότητα από καρδιαγγειακή νόσο, σε σχέση με τα άτομα που δεν έπιναν.
Επιπλέον, σε μία μελέτη στον ευρωπαϊκό πληθυσμό, αποδείχθηκε η προστασία που προσφέρει η αυξημένη κατανάλωση πράσινου τσαγιού, έναντι στο έμφραγμα του μυοκαρδίου. Σε έρευνα που έγινε σε μη καπνίζουσες Γιαπωνέζες, που δεν κατανάλωναν αρκετή ποσότητα τσαγιού, έδειξε ότι είχαν μεγαλύτερη πιθανότητα εμφάνισης εγκεφαλικού επεισοδίου, σε σχέση με αυτές που κατανάλωναν μεγάλες ποσότητες.
Το τσάι χαρακτηρίζεται από τη μεγάλη περιεκτικότητά του σε πολυφαινόλες και συγκεκριμένα σε φλαβονοειδή. Η ποιότητα του τσαγιού, εξαρτάται από τη ζύμωση και την οξείδωση των πολυφαινολών στα φρέσκα φύλλα του φυτού του. Χιλιάδες φλαβονοειδή υπάρχουν στο φυτικό βασίλειο και τα περισσότερα έχουν αντιοξειδωτικές λειτουργίες.
Έχουν δηλαδή τη δυνατότητα να απενεργοποιούν τις ενδεχόμενες επιβλαβείς ελεύθερες ρίζες, οι οποίες, αν μείνουν στο σώμα, μπορούν να προκαλέσουν χρόνια προβλήματα υγείας, όπως καρδιαγγειακά νοσήματα και καρκίνο.
Τα φλαβονοειδή έχουν προστατευτική δράση ενάντια στην οξείδωση της LDL χοληστερόλης, μειώνουν την φλεγμονώδη διαδικασία και βελτιώνουν την καρδιαγγειακή λειτουργία. Τα φλαβονοειδή μπορούν να μειώσουν το οξειδωτικό στρες και να αποτρέψουν μεγαλύτερη βλάβη, μετά από ένα καρδιαγγειακό επεισόδιο. Τα φλαβονοειδή έχουν συσχετιστεί με αντιθρομβωτική δράση, η οποία μάλιστα είναι πιο έντονη στις γυναίκες.
Τα πιο γνωστά φλαβονοειδή, που περιέχει το τσάι, είναι οι κατεχίνες. Σ’ ένα φλιτζάνι τσάι, περισσότερο από το μισό περιεχόμενο κατεχινών είναι η επιγαλλοκατεχίνη, γνωστή επίσης και ως EGCG. Είναι 20 φορές πιο ισχυρή από τη βιταμίνη C. Άλλα φλαβονοειδή που περιέχει το τσάι, είναι οι θεαρουμπιγίνες, οι θεοφλαβίνες και η ταννίνη.
Ένα φλιτζάνι τσάι περιέχει κατά μέσο όρο 150-200 φλαβονοειδή. Ο βαθμός και το είδος των φλαβονοειδών που περιέχει το τσάι, εξαρτάται από το είδος του, αν είναι μαύρο ή πράσινο, αλλά και από την ποικιλία του και τις συνθήκες της καλλιέργειάς του. Το πράσινο τσάι, αμέσως μετά την συγκομιδή του, υποβάλλεται σε θερμική επεξεργασία η οποία αποτρέπει ή σταματά την περαιτέρω οξείδωση των κατεχινών. Το μαύρο τσάι φτιάχνεται, μαραίνοντας πρώτα τα φύλλα και στην συνέχεια διπλώνοντάς τα και ξεραίνοντάς τα.
Η προστατευτική δράση από την κατανάλωση τσαγιού, δεν περιορίζεται στα καρδιαγγειακά νοσήματα. Η κατανάλωση αυτού του ροφήματος έχει προστατευτική δράση ενάντια στον καρκίνο, τις αρθρίτιδες και το Alzheimer.
Συνοψίζοντας, η καθημερινή κατανάλωση τσαγιού (τουλάχιστον 2 φλιτζάνια/ ημέρα), σε συνδυασμό με έναν υγιεινό τρόπο ζωής και διατροφής μπορούν να μειώσουν σημαντικά τα ποσοστά θνησιμότητας από καρδιαγγειακά νοσήματα.
Πηγή: mednutrition.gr