Αυτό φαίνεται πως προέκυψε σε μια έρευνα που διεξήχθη από επιστήμονες των πανεπιστημίων Yale και Arizona των ΗΠΑ, στην οποία εξετάστηκε η επιρροή που μπορεί να έχουν οι διατροφικές πεποιθήσεις στην όρεξη. Για να το πετύχουν αυτό, οι ερευνητές ζήτησαν από 46 υγιείς άντρες και γυναίκες να καταναλώσουν δύο διαφορετικά μιλκσέικ στα οποία αναγράφονταν οι θερμίδες που περιείχε το καθένα.
Το πρώτο, με την πιο πλούσια σύσταση, απέδιδε 620 θερμίδες ενώ το δεύτερο, το πιο ελαφρύ, απέδιδε 140 θερμίδες. Στη συγκεκριμένη δοκιμασία οι συμμετέχοντες κατέγραψαν το υποκειμενικό τους αίσθημα πληρότητας, ενώ παράλληλα οι επιστήμονες εκτίμησαν την ύπαρξη του κορεσμού μέσω της μέτρησης των επιπέδων γκρελίνης στο αίμα των ατόμων. Η γκρελίνη είναι μια ορμόνη που παράγεται στο πεπτικό σύστημα κι έχει ως βασικό ρόλο να μεταφέρει το μήνυμα της πείνας από το στομάχι στον εγκέφαλο, συνεπώς τα επίπεδά της αυξάνονται απουσία φαγητού και μειώνονται όταν τρώμε.
Η ιδιαιτερότητα όμως της συγκεκριμένης έρευνας ήταν η εξής: παρότι τα δύο μιλκσέικ είχαν διαφορετική επισήμανση όσον αφορά στις θερμίδες, στην πραγματικότητα, χωρίς να το γνωρίζουν οι συμμετέχοντες, είχαν ακριβώς την ίδια διατροφική σύσταση και απέδιδαν 380 θερμίδες το καθένα.
Ακόμη πιο ενδιαφέρον ήταν το γεγονός ότι μικρές αλλαγές στην αντίληψη των συμμετεχόντων για το ρόφημα που κατανάλωναν μετέβαλαν τα επίπεδα γκρελίνης, καθώς όταν οι συμμετέχοντες έπιναν το πιο «θερμιδογόνο» μιλκσέικ ένιωθαν πιο γρήγορα κορεσμό, ενώ όταν έπιναν το πιο «ολιγοθερμιδικό» μιλκσέικ παρατηρούταν μικρότερη μείωση της γκρελίνης και κατ’ επέκταση χαμηλότερο αίσθημα πληρότητας.
Αυτό εν ολίγοις δείχνει πως, παρότι μπορεί να πίνουμε το ίδιο ρόφημα, εάν πιστεύουμε ότι καταναλώνουμε κάτι πιο «παχυντικό» χορταίνουμε ευκολότερα, ενώ το αντίθετο φαίνεται να συμβαίνει όταν νομίζουμε ότι καταναλώνουμε κάτι ελαφρύ. Οι παραπάνω παρατηρήσεις είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες, καθώς βλέπουμε πόσο σημαντική είναι η πεποίθηση που έχουμε για το φαγητό μας στον έλεγχο βασικών ορμονών της όρεξης. Η ρύθμιση της γκρελίνης είναι καίριας σημασίας για τη διατήρηση της σιλουέτας μας, αφού παλιότερες μελέτες έχουν συνδέσει τα υψηλά επίπεδα της συγκεκριμένης ορμόνης με αυξημένη κατανάλωση φαγητού και αύξηση του βάρους.
Όπως προκύπτει λοιπόν, φαίνεται πως η όρεξή μας δεν καθορίζεται μόνο από το εάν το στομάχι μας είναι άδειο ή γεμάτο, όπως πιστεύαμε μέχρι τώρα και μένει να πραγματοποιηθούν κι άλλες μελέτες πάνω στο συγκεκριμένο θέμα έτσι ώστε να διαπιστώσουμε εάν και κατά πόσο μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε και στην πράξη τη συγκεκριμένη γνώση για τον καλύτερο έλεγχο του βάρους μας.
Πηγή: nutrimed.gr