Ο επικεφαλής της έρευνας,Thomas Churilla, του Commonwealth Medical College, στο Scranton, δήλωσε ότι μέχρι πρόσφατα έρευνες δεν είχαν εξετάσει αν η βιταμίνη D έχει επίδραση στην πρόγνωση ή την εξέλιξη του καρκίνου. Οι ερευνητές μόλις αρχίζουν να ερευνούν πώς η συγκεκριμένη βιταμίνη μπορεί να επιδράσει σε ορισμένα στοιχεία του καρκίνου, όπως το στάδιο ή την έκταση εξάπλωσης, την πρόγνωση, την υποτροπή ή ακόμα και τους υπότυπους.
Στην έρευνα έλαβαν μέρος 160 ασθενείς με μέση ηλικία τα 64 χρόνια και αναλογία αντρών γυναικών 1:1. Οι 5 πιο συχνές διαγνώσεις καρκίνου ήταν μαστού, προστάτη, πνευμόνων, θυρεοειδούς και παχέος εντέρου.
Συνολικά το 77% των ασθενών είχαν είτε ελλιπή (λιγότερα από 20 ng/mL) είτε κάτω του επιθυμητού ορίου (20-30 ng/mL) επίπεδα βιταμίνης D.
Ο μέσος όρος του επιπέδου ήταν 23.5 ng/mL. Ανεξάρτητα από την ηλικία ή το φύλο, τα επίπεδα που ήταν κάτω του μέσου όρου προέβλεπαν καρκίνο προχωρημένου σταδίου στην ομάδα των ασθενών.
Δόθηκε θεραπεία υποκατάστασης σε όσους εμφάνιζαν έλλειψη, αυξάνοντας τα επίπεδα βιταμίνης D κατά 14.9 ng/mL κατά μέσον όρο.
Ερευνητές θα αναλύσουν αν η χορήγηση είχε επίδραση σε πλευρές της αγωγής ή στην επιβίωση μακροπρόθεσμα. Ο ερευνητής δήλωσε ότι τα οφέλη της βιταμίνης, εκτός από τη βελτίωση της υγείας των οστών είναι αντιφατικά, ωστόσο υπάρχουν ενδείξεις πολλών επιπέδων που στηρίζουν ότι η βιταμίνη παίζει ρόλο είτε στην πρόληψη είτε στην πρόβλεψη της πορείας του καρκίνου. Χρειάζονται περαιτέρω έρευνες για να κατανοηθεί η σχέση μεταξύ βιταμίνης D και καρκίνου.
Πηγή: iatronet.gr