Το μοντέλο της ελληνικής οικογένειας υπήρξε επί πολλές γενεές απόλυτα παιδοκεντρικό. Κύριος στόχος του γάμου ήταν η απόκτηση και το μεγάλωμα των παιδιών, στο οποίο αφιερώνονταν και οι δύο γονείς με τη βοήθεια και τη συνδρομή των παππούδων.
Η απόκτηση μικρού αριθμού παιδιών, εξυπηρετούσε τη δυνατότητα περισσότερων παροχών προκειμένου οι γονείς να κάνουν τα παιδιά τους άξιους, ικανούς και πετυχημένους πολίτες.Η φροντίδα αυτή μεγιστοποιήθηκε στη διάρκεια των δύο τελευταίων γενεών με εντυπωσιακή αύξηση των παροχών. Στη μέση αστική τάξη και την καλή ανατροφή των παιδιών προστέθηκαν νταντάδες, καθηγητές ξένων γλωσσών, γυμναστές, δάσκαλοι χορού και ιδιαίτερα μαθήματα. Είναι συζητήσιμο ωστόσο, αν αυτές οι παροχές οδήγησαν στην παραγωγή ικανότερων και ευτυχέστερων παιδιών, όπως αναφέρει και στο άρθρο του στο «Πρώτο Θέμα» ο επίκουρος καθηγητής Γυναικολογίας, σεξολόγος και διευθυντής του Ελληνικού Σεξολογικού Ινστιτούτου, Ζήσης Παπαθανασίου.
Αυτή η πορεία της ελληνικής οικογένειας, οδήγησε τα ζευγάρια να λειτουργούν πιο εγωιστικά, αφού προσπαθούν να κυνηγήσουν τη δική τους ευτυχία μέσα από μια ποιοτική συντροφική και σεξουαλική σχέση.
Το ενδιαφέρον για γονιμότητα μετατοπίζεται σε μεγαλύτερες ηλικίες και πολλές φορές ξεθωριάζει με την πάροδο του χρόνου ή καταργείται με τη διάλυση της σχέσης.
Παρατηρείται ακόμα η εμφανής δυσκολία που έχουν οι Έλληνες να παίζουν συγχρόνως και με την ίδια επιτυχία το ρόλο του εραστή, του συζύγου, του γονιού, του συντρόφου, και του πετυχημένου επαγγελματικά ανθρώπου.
Ας μη ξεχνάμε ότι η γενιά που μεγαλώνει σήμερα παιδιά είναι η δεύτερη γενιά εργαζόμενων γυναικών- στη Δυτική Ευρώπη μπορεί να είναι η δέκατη ή η εικοστή.