Με αυτά τα δεδομένα οι γιατροί υποστηρίζουν ότι το σημαντικότερο θέμα για το οποίο πρέπει στις μέρες μας να συζητήσουν οι γονείς με τα παιδιά τους είναι το σωματικό τους βάρος. Ωστόσο, πρόσφατη έρευνα στις ΗΠΑ έδειξε ότι γονείς και παιδιά προτιμούν να μιλήσουν για οποιοδήποτε άλλο θέμα, μεταξύ των οποίων ακόμα και για το σεξ ή τα ναρκωτικά, παρά για το σωματικό βάρος. Περίπου το ¼ των γονέων δεν νιώθουν άνετα να συζητήσουν με τα παιδιά τους για τους κινδύνους του αυξημένου σωματικού βάρους. Η διατροφική αγωγή φαίνεται λοιπόν ότι για τους γονείς να είναι πιο δύσκολη ακόμα και από την σεξουαλική αγωγή.
Έρευνα σε 1.299 γονείς και 1.078 παιδιά ηλικίας 8-17 ετών στις ΗΠΑ έδειξε ότι για τους γονείς παιδιών ηλικίας 8-12 χρονών, μόνο το σεξ είναι πιο άβολο θέμα προς συζήτηση σε σύγκριση με το βάρος, ενώ για τους γονείς εφήβων, το θέμα του βάρους τους κάνει να νιώθουν πιο άβολα από κάθε άλλη συζήτηση και μετά ακολουθούν κατά σειρά το σεξ, το κάπνισμα, τα ναρκωτικά ή το αλκοόλ.
Ενδεικτικά, στην Ελλάδα τα ποσοστά παχυσαρκίας στα παιδιά αγγίζουν το 10%, ενώ τα παιδιά με υπερβάλλον βάρος αποτελούν το 20% του πληθυσμού, δηλαδή 1 στα 5 παιδιά. Έρευνα της Ελληνικής Ιατρικής Εταιρίας Παχυσαρκίας που έγινε σε 14.456 έφηβους έδειξε ότι το 29,4% των αγοριών είναι υπέρβαρα ή παχύσαρκα, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στα κορίτσια είναι 16,7%. Η διαχείριση επομένως του βάρους στα παιδιά φαίνεται ότι καθίσταται ένα από τα πιο σημαντικά εθνικά θέματα.
Οι γονείς γνωρίζουν ότι η παιδική παχυσαρκία είναι πρόβλημα και την βλέπουν σαν μεγαλύτερη απειλή για τα παιδιά τους από ό,τι τα ναρκωτικά ή το τσιγάρο και σχεδόν τόσο μεγάλη απειλή όσο η κατανάλωση αλκοόλ και η πρώιμη σεξουαλική επαφή.
Ωστόσο, οι γονείς δεν θεωρούν ότι οι ίδιοι είναι κατάλληλοι και αρμόδιοι για να μιλήσουν στα παιδιά τους για τους κινδύνους του αυξημένου σωματικού βάρους. Διώχνουν την ευθύνη της συζήτησης για το σωματικό βάρος από αυτούς και την ρίχνουν στον γιατρό.
Έρευνα έδειξε ότι 19% των γονέων θεωρούν ότι ο γιατρός είναι ο πλέον κατάλληλος για να συζητήσει με το παιδί τους για το σωματικό του βάρος, ενώ όσον αφορά το θέμα του σεξ, των ναρκωτικών και του αλκοόλ μόνο 1% των γονέων πιστεύουν ότι έγκειται στις αρμοδιότητες του γιατρού. Επομένως, φαίνεται ότι οι γονείς το «δύσκολο» θέμα της ρύθμισης του βάρους το αναθέτουν στον γιατρό φοβούμενοι πως οι ίδιοι δεν γνωρίζουν πως πρέπει να το διαχειριστούν.
Τι κάνει τελικά τους γονείς τόσο απρόθυμους να συζητήσουν τους κινδύνους της παχυσαρκίας με τα παιδιά τους; Πολλοί γονείς δεν το θεωρούν πρόβλημα μέχρι το παιδί τους να γίνει φανερά παχύσαρκο, ενώ άλλοι πάλι γονείς φοβούνται ότι μπορεί να προκαλέσουν μία διατροφική διαταραχή στο παιδί. Το θέμα των γονέων είναι ότι δεν γνωρίζουν πώς να μιλήσουν στο παιδί τους για το βάρος του, καθώς πιστεύουν ότι θα πληγώσουν τα αισθήματα του ή θα καταστρέψουν την αυτοεκτίμηση του.
Πώς πρέπει λοιπόν να το κάνουν οι γονείς; Είναι ευκολότερο για τους γονείς αν ξεκινήσουν με μηνύματα για τον υγιεινό τρόπο ζωής και τις σωστές συνήθειες από μικρή ηλικία. Ακόμα όμως και τότε υπάρχουν σημεία που οι γονείς πρέπει να προσέξουν και να αποφύγουν. Στη συζήτηση οι γονείς πρέπει να χρησιμοποιούν πολύ θετικές λέξεις. Δεν μπορούν να πούνε στο παιδί ότι είναι υπέρβαρο ή ότι δεν προσπαθεί αρκετά ή ότι πρέπει να ξεκινήσει δίαιτα. Τέτοιες εκφράσεις είναι απαγορευμένες!
Ο γονιός πρέπει να εστιάσει σε υγιεινές επιλογές τροφίμων και αύξηση της φυσικής δραστηριότητας του παιδιού και ολόκληρη η οικογένεια να ακολουθήσει τις αλλαγές που χρειάζονται να γίνουν, καθώς γονείς και αδέρφια αποτελούν πρότυπα μίμησης και συμπεριφοράς. Τα παιδιά προσεγγίζονται καλύτερα, όταν νιώθουν ξεκούραστα και άνετα με το περιβάλλον. Η κατανόηση και η λεκτική επιβράβευση από την πλευρά του γονέα, θα πρέπει να αποτελούν συμμάχους στη διατροφική αγωγή.
Εάν θέλουμε να προλάβουμε την παιδική παχυσαρκία, πρέπει να ευαισθητοποιηθούν όλοι οι γονείς και να μιλήσουν, όχι μόνο στα παιδιά που είναι ήδη υπέρβαρα, αλλά και στα παιδιά που έχουν φυσιολογικό βάρος. Οι γονείς πρέπει να μιλάνε για υγιές σωματικό βάρος και τέτοιου είδους συζητήσεις πρέπει να γίνονται παντού: στο σπίτι, στο σχολείο, στον γιατρό, αλλά και στην κοινότητα.
Πηγή: mednutrition