Ωστόσο ο κίνδυνος παραμένει χαμηλός και ακόμα είναι ασαφής ο ρόλος του φαρμάκου.
Τα ευρήματα αποτελούν νέα ψηφίδα στις πολύπλοκες ενδείξεις που συνδέουν τον καρκίνο με τα αναλγητικά και δίνουν κάποια στοιχεία ότι η ακεταμινοφαίνη ενδεχομένως διαφέρει από τα υπόλοιπα.
Προηγούμενη έρευνα έδειξε ότι η χρήση ασπιρίνης θα μπορούσε να μειώνει τις πιθανότητες θανάτου από καρκίνο παχέος εντέρου, αλλά αυξάνει τον κίνδυνο ελκών που αιμορραγούν. Η εικόνα είναι λιγότερο σαφής για τους καρκίνους του αίματος.
Η Emily White, του ερευνητικού κέντρου για τον καρκίνο, Fred Hutchinson, στο Σιάτλ, δήλωσε ότι πριν τη συγκεκριμένη έρευνα υπήρχαν πολύ λίγες ενδείξεις ότι η ασπιρίνη μειώνει τον κίνδυνο αιματολογικού καρκίνου.
Υπήρχαν ορισμένες γνώμες ότι η ακεταμινοφαίνη μπορεί ενδεχομένως να αυξάνει τον κίνδυνο των καρκίνων, αντίθετα, αλλά βασίζονταν σε μεμονωμένα περιστατικά καρκίνου του αίματος. Έρευνες σε μεμονωμένους ασθενείς δεν θεωρούνται το ίδιο ισχυρές με τη νέα, που περιέλαβε μεγάλο εύρος πληθυσμού υγιών ανθρώπων διαχρονικά.
Η ερευνήτρια προειδοποίησε ωστόσο ότι δεν υπάρχει απόδειξη ότι η ακεταμινοφαίνη προκαλεί καρκίνο και ότι τα ευρήματα θα πρέπει να επιβεβαιωθούν πριν χρησιμοποιηθούν σε συζήτηση για αγωγή.
Προηγούμενες έρευνες συνέδεσαν την ακεταμινοφαίνη με το άσθμα και το έκζεμα αλλά οι επιστήμονες δεν συμφωνούν ακόμα αν ευθύνεται το φάρμακο ή αν είναι αθώο.
Η νέα έρευνα έχει τους ίδιους περιορισμούς, στο ότι άνθρωποι που χρησιμοποιούν πολλά αναλγητικά μπορούν ενδεχομένως να αντιμετωπίζουν ιατρικά προβλήματα που τους οδηγούν μελλοντικά στον καρκίνο.
Οι ερευνητές παρακολούθησαν σχεδόν 65.000 άντρες και γυναίκες μεγαλύτερης ηλικίας. Στην έναρξη ρώτησαν τους συμμετέχοντες σχετικά με τη χρήση παυσίπονων την προηγούμενη δεκαετία και επιβεβαίωσαν ότι κανένας δεν είχε καρκίνο (με εξαίρεση τον καρκίνο του δέρματος).
Σε 6 χρόνια κατά μέσον όρο, 577 άνθρωποι εμφάνισαν καρκίνο που αφορούσε τα κύτταρα αίματος, όπως λέμφωμα και μυελοδυσπλαστικό σύνδρομο.
Περισσότερο από το 9% ανθρώπων που εμφάνισαν έναν από αυτούς τους καρκίνους χρησιμοποιούσαν μεγάλες ποσότητες ακεταμινοφαίνης, σε σύγκριση με μόνο 5% όσων δεν αρρώστησαν.
Έχοντας λάβει υπόψη παράγοντες όπως η ηλικία, η αρθρίτιδα και οικογενειακό ιστορικό καρκίνου του αίματος, οι χρόνιοι χρήστες ακεταμινοφαίνης είχαν σχεδόν διπλάσιο κίνδυνο εμφάνισης της νόσου.
Η White δήλωσε ότι ένας άνθρωπος ηλικίας 50 ετών και άνω έχει περίπου 1% κίνδυνο σε διάστημα 10 ετών να νοσήσει από κάποιο από τα συγκεκριμένα είδη καρκίνου. Η έρευνα υποδεικνύει ότι αν χρησιμοποιείται ακεταμινοφαίνη τουλάχιστον 4 φορές την εβδομάδα για τουλάχιστον 4 χρόνια, ο κίνδυνος αυξάνει περίπου 2%.
Κανένα άλλο αναλγητικό-περιλαμβανομένων της ιβουπροφένης και ασπιρίνης-δεν συνδέονταν με κίνδυνο καρκίνου του αίματος.
Η White δήλωσε ότι είναι πρόωρο να γίνουν συστάσεις με βάση την καινούργια έρευνα και ότι από κανένα αναλγητικό δεν απουσιάζουν παρενέργειες.
Πρόσθεσε ότι η μακροχρόνια χρήση οποιουδήποτε μη συνταγογραφούμενου φαρμάκου μπορεί ενδεχομένως να έχει παρενέργειες και ότι πρέπει να μετρώνται τα οφέλη έναντι του κινδύνου σε όλα τα φάρμακα.
Πηγή: iatronet