Η δίαιτα γιο-γιο δε βλάπτει

παχύσαρκος, σύμφωνα με νέα έρευνα σε ποντίκια.

Τα ευρήματα υποδεικνύουν ότι η δίαιτα γιο-γιο δεν είναι τόσο βλαβερή για την υγεία όσο νόμιζαν μέχρι τώρα οι ειδικοί.
Ποντίκια που ακολούθησαν δίαιτα γιο-γιο έζησαν όσο ποντίκια που ακολουθούσαν διατροφή χαμηλή σε λιπαρά. Ποντίκια που ακολούθησαν διατροφή πλούσια σε υψηλά λιπαρά έζησαν λιγότερο.

Αν και είναι ιδανική η διατήρηση σταθερού υγιούς βάρους, ο επικεφαλής της έρευνας, Edward List, του Πανεπιστημίου του Οχάιο, δήλωσε ότι οι άνθρωποι δε θα πρέπει να σταματήσουν την προσπάθεια απώλειας βάρους αν έχουν την τάση να παχαίνουν συχνά και να προσπαθούν να χάσουν κιλά.

Οι ερευνητές χώρισαν τα ποντίκια σε 3 ομάδες. Σε αυτά που ακολούθησαν διατροφή με υψηλά επίπεδα λιπαρών, σε αυτά που έτρωγαν λίγα λιπαρά και σε ποντίκια που ακολούθησαν δίαιτα γιο-γιο, που κυμαινόταν μεταξύ υψηλών και χαμηλών λιπαρών, για διάστημα 4 εβδομάδων.

Ποντίκια που ακολούθησαν διατροφή υψηλή σε λιπαρά έτρωγαν περισσότερο, ζύγιζαν περισσότερο, είχαν περισσότερο λίπος και σάκχαρο σε σχέση με τα ποντίκια που ακολούθησαν διατροφή χαμηλή σε λιπαρά. Ποντίκια που ακολούθησαν τη δίαιτα γιο-γιο είχαν επίσης αυτά τα χαρακτηριστικά αλλά μόνο κατά την περίοδο διατροφής με υψηλά λιπαρά. Κατά την περίοδο με χαμηλά λιπαρά ήταν πιο υγιή.

Τα ποντίκια που ακολούθησαν διατροφή με χαμηλά λιπαρά και όσα ακολούθησαν δίαιτα γιο-γιο έζησαν περίπου 2 χρόνια κατά μέσον όρο. Αντίθετα τα ποντίκια με τη διατροφή υψηλή σε λιπαρά έζησαν περίπου 1,5 χρόνο.

Τα ευρήματα συμφωνούν με άλλες έρευνες που πραγματοποιήθηκαν σε ανθρώπους, δήλωσε ο Dr. Louis Aronne, του Weill-Cornell Medical στη Νέα Υόρκη. Δήλωσε ότι δεδομένου ότι μαθαίνουμε για την παχυσαρκία και την επίδρασή της στη νόσο είναι λογικό ότι η δίαιτα γιο-γιο όχι μόνο δεν βλάπτει αλλά θα μπορούσε να βοηθήσει.

Τα λιποκύττατα παράγουν ορμόνες που μπορούν να βλάψουν τον οργανισμό με την αυξημένη φλεγμονή και τα επίπεδα σακχάρου. Όταν οι άνθρωποι χάσουν βάρος, ακόμα και για μικρό διάστημα, η παραγωγή των συγκεκριμένων ορμονών μειώνεται επίσης.

Έρευνα του 2002 σε ανθρώπους που αντιμετώπιζαν κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη ανακάλυψε ότι ποσοστό 7% απώλειας βάρους μειώνει κατά 58% την πιθανότητα διαβήτη, δήλωσε ο Aronne. Οι συμμετέχοντες αρχικά έχασαν 7% του βάρους τους, αλλά διατήρησαν μόνο 4% της απώλειας βάρους σε διάστημα 4 ετών.

Μικρή απώλεια βάρους σημαίνει αρκετά όσον αφορά τη βελτίωση της υγείας, δήλωσε. Δεν χρειάζεται να φτάσει κάποιος στο ιδανικό βάρος για να εμφανιστούν τα οφέλη στην υγεία.

Η έρευνα παρουσιάστηκε στο ετήσιο συνέδριο της Ένωσης Ενδοκρινολόγων στη Βοστόνη.

Πηγή: iatronet

Διαβάστε ακόμη...

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *