Αφού έκαναν μαγνητικές τομογραφίες στους γλουτούς παράλυτων εθελοντών, διαπίστωσαν ότι οι μύες της περιοχής συρρικνώνονταν, εξαιτίας της ακινησίας, ενώ παρατήρησαν πως τα λιπώδη κύτταρα ευημερούν σε συνθήκες ακινησίας.
Κατόπιν, επαλήθευσαν εργαστηριακά τα ευρήματά τους, τοποθετώντας σε ένα κομμάτι ελαστικού προλιπώδη ή προλιποκύτταρα, ομάδα κυττάρων που αποτελούν πρόδρομες μορφές των λιπωδών κυττάρων.
Στη συνέχεια, τέντωσαν το ελαστικό μαζί με τα κύτταρα, ώστε να μιμηθούν την συνεχή πίεση που ασκείται στους γλουτούς όταν αυτοί είναι καθηλωμένοι σε μια καρέκλα ή κρεβάτι.
Σε ένα άλλο κομμάτι ελαστικού, τοποθέτησαν μία δεύτερη στοιβάδα προλιποκυττάρων, χωρίς όμως να το τεντώσουν, παρατηρώντας ότι και οι δύο στοιβάδες άρχισαν στη συνέχεια να τροφοδοτούνται με τα ίδια ακριβώς θρεπτικά συστατικά (με γλυκόζη ή ινσουλίνη), για να αναπτυχθούν και να εξελιχθούν σε λιπώδη κύτταρα.
Δύο εβδομάδες αργότερα, τα κύτταρα που είχαν τεντωθεί μαζί με το ελαστικό περιείχαν εμφανώς περισσότερο λίπος, ενώ μετά από τέσσερις εβδομάδες, όταν πια τα κύτταρα είχαν φτάσει στο σημείο της ωρίμανσης, τα επίπεδα λίπους σε αυτά ήταν κατά 50% υψηλότερα.
Όπως σημείωσε ο επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας, οι παρατεταμένες περίοδοι μηχανικού φορτίου και πίεσης, είτε οφείλονται στην κατάκλιση είτε στο κάθισμα, έχουν ως συνέπεια αυξημένη παραγωγή λίπους.