Ως βιολογικά ή οργανικά χαρακτηρίζονται τα τρόφιμα που συμμορφώνονται με τις διαδικασίες που περιγράφονται στην Ευρωπαϊκή νομοθεσία σχετικά με τη βιολογική παραγωγή (Ε.Ο.Κ. 2092/91). Τα βιολογικά προϊόντα προέρχονται από καλλιέργειες, όπου απαγορεύεται αυστηρά η χρήση κάθε χημικού φυτοφαρμάκου – λιπάσματος και ορμόνης.
Αντίθετα, χρησιμοποιούνται οργανικές ουσίες, όπως η κοπριά, το άχυρο κ.ά. Σε μια βιολογική παραγωγή, η καταπολέμηση διαφόρων ασθενειών βασίζεται στην έκθεση των επιβλαβών οργανισμών στους φυσικούς εχθρούς τους, οπότε έντομα, μύκητες, βακτήρια και άλλοι μικροοργανισμοί (οι οποίοι δεν είναι παθογόνοι για μια καλλιέργεια) μειώνουν ή και εξαφανίζουν τους επιβλαβείς. Επιπλέον, στη βιολογική κτηνοτροφία χρησιμοποιούνται κατά βάση ζωοτροφές που έχουν παραχθεί με βιολογικό τρόπο και απαγορεύεται η χρήση φυτοφαρμάκων και ζιζανιοκτόνων στους χώρους διατροφής τους. Διαφορετικές πρέπει να είναι και οι συνθήκες διαβίωσης των ζώων. Όλα πρέπει να έχουν ζωτικό χώρο, να κινούνται ελεύθερα, ενώ απαγορεύονται τα φάρμακα και οι προληπτικές θεραπείες κατά την ανάπτυξή τους.
Το αποτέλεσμα αυτών των μεθόδων, δεν είναι μόνο η τελική παραγωγή υγιεινών προϊόντων διατροφής, αλλά και η προστασία του περιβάλλοντος, κάτι που δυστυχώς ελάχιστα ενδιαφέρει τους περισσότερους καταναλωτές. Τα βιολογικά τρόφιμα είναι πιο φιλικά προς το περιβάλλον, αφού η βιολογική γεωργία οδηγεί στη φυσική ισορροπία και στην υψηλότερη γονιμότητα του εδάφους, στη διατήρηση των οικοσυστημάτων και στη μείωση της ρύπανσης.
Το κατά πόσο τα βιολογικά τρόφιμα έχουν υψηλότερη διατροφική αξία από τα συμβατικά, έχει αποτελέσει θέμα έντονων αντιπαραθέσεων στην επιστημονική κοινότητα. Από διάφορες μελέτες και έρευνες είναι γενικά αποδεκτό πως η θρεπτική αξία των βιολογικών και συμβατικών προϊόντων δεν παρουσιάζει σημαντικές διαφορές, με εξαίρεση τη βιταμίνη C, που μπορεί να είναι ελαφρώς αυξημένη στα βιολογικά προϊόντα. Άρα, ο καταναλωτής μπορεί να καλύψει τις ανάγκες του σε θρεπτικά συστατικά, καταναλώνοντας τόσο βιολογικά προϊόντα, όσο και συμβατικά. Εκείνο που κάνει πιο υγιεινά τα βιολογικά προϊόντα είναι η έλλειψη όλων εκείνων των βλαβερών ουσιών (φυτοφάρμακα, ορμόνες, κ.ά.) που χρησιμοποιούνται στις συμβατικές καλλιέργειες με σκοπό την αύξηση της παραγωγής.
Αξίζει όμως να αναφερθούμε και σε μία άλλη πλευρά του θέματος. Στοιχεία από αναλύσεις δείχνουν πως ακόμα κι ένα βιολογικό τρόφιμο δεν είναι πάντα απολύτως ελεύθερο από κατάλοιπα μικροβιοκτόνων, εντομοκτόνα και λιπάσματα της μη βιολογικής γεωργίας. Μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Journal of Food Science αναφέρει ότι ελέγχθηκαν κάποια βιολογικά τρόφιμα και το 23% αυτών είχαν κατάλοιπα χημικών παρασιτοκτόνων. Βέβαια, αυτό δεν είναι απαραίτητο να συμβαίνει, επειδή ο παραγωγός δεν εφάρμοσε τους κανονισμούς της βιολογικής γεωργίας, αλλά ποιος μπορεί να αποτρέψει τους ψεκασμούς από γειτονικές μη βιολογικές καλλιέργειες ή ποιος μπορεί να είναι απολύτως σίγουρος για την σύσταση του εδάφους των καλλιεργειών του και τα υπόγεια νερά; Όπως και να έχει τα βιολογικά προϊόντα περιέχουν αν όχι μηδενική, σίγουρα μικρότερη ποσότητα χημικών ουσιών από τα συμβατικά προϊόντα, που επεμβαίνουν αρνητικά στην υγεία του ανθρώπινου οργανισμού.
Υπάρχει μεγάλη ποικιλία βιολογικών προϊόντων, οπωροκηπευτικά, κρέας, γαλακτοκομικά προϊόντα, ψωμί, προϊόντα ζύμης και δημητριακών, παιδικά τρόφιμα και επιδόρπια.
Η προτίμηση των βιολογικών προϊόντων κρίνεται ιδιαίτερα σημαντική για τα νεογνά, τα βρέφη και τα παιδιά, καθώς έχουν ανάγκη για μια ασφαλή και πλήρη σε θρεπτικά συστατικά διατροφή για την σωστή ανάπτυξή τους. Επίσης, οι έγκυες και οι ηλικιωμένοι είναι ευαίσθητες ομάδες του πληθυσμού και είναι προτιμότερο να επιλέγουν βιολογικά προϊόντα. Οι έγκυες, προτιμώντας τα βιολογικά προϊόντα, θα αποφύγουν ουσίες που θα εισβάλουν στον οργανισμό τους και οι οποίες αργούν πολύ να αποβληθούν από αυτόν.
Συμπερασματικά, τα βιολογικά τρόφιμα είναι ασφαλέστερα και πλεονεκτικότερα και για το περιβάλλον, αλλά και για τον καταναλωτή. Αρκεί να υπάρχει σωστή πιστοποίηση και έλεγχος των προϊόντων από τους αρμόδιους φορείς.
Πηγή: mednutrition.gr