Είναι επίσης εναρμονισμένη με το πρόγραμμα «Όραση 2020: Δικαίωμα στην όραση» που αποτελεί μια συνέργια της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας (ΠΟΥ) και του Παγκόσμιου Οργανισμού για την Πρόληψη της Τυφλότητας.
Ο στόχος του προγράμματος είναι τα 245 εκατ. ασθενών με πολύ χαμηλή όραση και τα 39 εκατ. τυφλών και κυρίως το δεδομένο ότι τουλάχιστον το 80% των περιπτώσεων θα μπορούσαν να προληφθούν, αντιμετωπιστούν ή ιαθούν.
Σε συνέντευξη Τύπου που πραγματοποιήθηκε σήμερα από την Ελληνική Ομοσπονδία Οφθαλμολογικών Εταιρειών εν όψει της Παγκόσμια Ημέρας Όρασης δόθηκε ιδιαίτερη βαρύτητα σε παθήσεις της ωχράς κηλίδας που μέχρι πρότινος οδηγούσαν στην τύφλωση.
Την ενημέρωση πραγματοποίησαν οι ομιλητές: Τίνα Ξηρού, Πρόεδρος Ομοσπονδίας Οφθαλμολογικών Εταιρειών και Διευθύντρια της Β’ Οφθαλμολογικής Κλινικής Νοσοκομείου Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού και ο Παναγιώτης Μητρόπουλος, Διευθυντής Οφθαλμιατρείου Αθηνών.
Στις ανεπτυγμένες ευρωπαϊκές χώρες, όπως στην Ελλάδα, σχεδόν το 70% των ασθενών που έχουν υποστεί σοβαρή απώλεια όρασης, πάσχει από παθήσεις τις ωχράς κηλίδας.
Κυριότερες παθήσεις της ωχράς κηλίδας είναι:
Α) H ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς κηλίδας Η ηλικιακή εκφύλιση ωχράς είναι η κύρια αιτία τύφλωσης ατόμων άνω των 60 ετών
Β) Tο διαβητικό οίδημα της ωχράς κηλίδας Το διαβητικό οίδημα της ωχράς κηλίδας είναι η κύρια αιτία τύφλωσης ατόμων εργασιακής ηλικίας που πάσχουν από σακχαρώδη διαβήτη
Γ) Το οίδημα οφειλόμενο σε θρόμβωση φλέβας αμφιβληστροειδούς Το οίδημα που προκαλείται θρόμβωση φλέβας αμφιβληστροειδούς είναι μια συχνή αγγειακή αιτία τύφλωσης ενηλίκων
Όπως τονίστηκε από τους ομιλητές, σε κάθε ασθένεια, «κλειδί» για επιτυχημένη έκβαση είναι το τρίπτυχο «πρόληψη-διάγνωση-θεραπεία».
Μόνο που στην Ελλάδα υστερούμε σημαντικά σε θέματα πρόληψης και διάγνωσης. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να τονισθεί ότι τόσο οι ασθενείς της τρίτης ηλικίας όσο και οι διαβητικοί ασθενείς συχνά παραμελούν τον ετήσιο επανέλεγχο από οφθαλμίατρο, παρόλο που αυτός στις συγκεκριμένες ομάδες πληθυσμού είναι απαραίτητος.
Έτσι, συχνά παρατηρείται το φαινόμενο να σπεύδουν στον οφθαλμίατρο μόνο όταν η όραση τους έχει μειωθεί σημαντικά.
Ακόμα όμως και σε αυτή την περίπτωση μπορεί να υπάρξει λύση. Στην θεραπεία των παθήσεων της ωχράς την τελευταία 5ετία έχει λάβει χώρα μια επανάσταση που ονομάζεται αντί-VEGF θεραπεία.
Εκεί που μέχρι πρότινος δεν υπήρχε θεραπευτική λύση ή τα αποτελέσματα των τότε θεραπειών ήταν φτωχά, σήμερα υπάρχει ένας εγκεκριμένος αντί-VEGF παράγοντας η ρανιμπιζουμάμπη που αντιμετωπίζει αποτελεσματικά και τις τρεις παθήσεις της ωχράς κηλίδας που απειλούν την όραση.
Από τις κλινικές μελέτες έχει αποδειχθεί ότι η ρανιμπιζουμάμπη διατηρεί ή βελτιώνει την όραση στο 90% των ασθενών είτε με ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς κηλίδας, διαβητικό οίδημα της ωχράς κηλίδας ή οίδημα οφειλόμενο σε θρόμβωση φλέβας αμφιβληστροειδούς.
Η αποτελεσματικότητα αυτή συνδυάζεται με ένα τεκμηριωμένο προφίλ ασφάλειας με πάνω από 7.500 ασθενείς σε κλινικές μελέτες και μεγάλη κλινική εμπειρία που υπερβαίνει τα 4 έτη. Η ρανιμπιζουμάμπη είναι εγκεκριμένη από FDA, EMA και ΕΟΦ για όλες τις παραπάνω ενδείξεις και αποζημιώνεται πλήρως από όλα τα ασφαλιστικά ταμεία.
Συνεπώς, η μάχη κατά τις τυφλότητας μπορεί να κερδηθεί με τα σύγχρονα όπλα της επιστήμης. Αυτό όμως που παίζει εξίσου σημαντικό ρόλο είναι η πρόληψη και η έγκαιρη διάγνωση που επιτυγχάνεται μόνο μέσω του τακτικού ελέγχου από οφθαλμίατρο. Και μάλιστα ειδικά για ευπαθείς ομάδες, όπως οι σακχαροδιαβητικοί και τα άτομα της τρίτης ηλικίας, ο ετήσιος επανέλεγχος κρίνεται επιβεβλημένος.