Τα ούρα, υπό φυσιολογικές συνθήκες δεν περιέχουν αίμα και αυτό οφείλεται τόσο στις ιδιότητες του φυσιολογικού αίματος, όσο και στην ιδιαίτερη κατασκευή του νεφρικού ηθμού, ο οποίος, ενώ καθαρίζει το αίμα, δεν του επιτρέπει να περάσει στα ούρα. Παρά ταύτα, ορισμένα άτομα παρουσιάζουν αιματουρία ή επεισόδια αιματουρίας, τα οποία οφείλονται σε κληρονομούμενη ανατομική παραλλαγή.
Η εύρεση άνω των τριών ερυθροκυττάρων ολικού αίματος στη μικροσκοπική εξέταση ούρων, που έχουν ληφθεί σωστά, σε μεγάλη μεγέθυνση με ειδικά μικροσκόπια, αποκαλείται ιατρικώς αιματουρία. Η αιματουρία συχνά δεν φαίνεται ‘με γυμνό μάτι’, δεν έχει συνωδά συμπτώματα και εντοπίζεται σε ανάλυση ούρων στο check up. Πρέπει να απεκκρίνεται τουλάχιστον ένα ml αίματος ανά λίτρο, για να προκληθεί ορατή μεταβολή του χρώματος στα φυσιολογικώς διαυγή ούρα. Στην περίπτωση αυτή τα ούρα χρωματίζονται ρόδινα, κόκκινα, καφέ ή μαύρα.
Όταν τα ούρα είναι ρόδινα, κόκκινα, καφέ ή μαύρα, είναι σημαντικό να καθορίζεται εάν το χρώμα οφείλεται πράγματι στην παρουσία αίματος ή εάν οφείλεται σε παρουσία άλλων χρωστικών (π.χ. μυοσφαιρίνη, αιμοσφαιρίνη, χρωστική από παντζάρια, πορφυρίνες, λήψη χλωροκίνης). Κατά την ιατρική εξέταση είναι επίσης σημαντικό να καθοριστεί, εάν πρόκειται για αποικισμό των ούρων από αίμα περιόδου και όχι για αληθή αιματουρία.
Τα παθολογικά νοσήματα και οι παθολογικοί παράγοντες, που προκαλούν αιματουρία διαιρούνται σε τρεις κατηγορίες:
Νοσήματα του ουροποιητικού συστήματος (π.χ. καρκινώματα, η λιθίαση του ουροποιητικού, προστατικές παθήσεις).
Συστηματικά νοσήματα (π.χ. λοιμώδη νοσήματα, η δρεπάνωση των ερυθρών, ο διαβήτης).
Φάρμακα (π.χ. αντιπηκτικά, ορισμένα αντιβιοτικά, αναλγητικά φάρμακα).
Τα ευρήματα από τη σωστή ιατρική εξέταση του ασθενούς έχουν κομβικό ρόλο στην εξατομικευμένη αξιολόγηση της αιματουρίας και στον καθορισμό των εξετάσεων που απαιτούνται σε κάθε περίπτωση.
Πηγή: iatronet.gr