Οι στρατηγικές πρόληψης και ελέγχου των σεξουαλικών λοιμώξεων

Στα πρώτα στάδια της λοίμωξης η σύφιλη αντιμετωπίζεται και θεραπεύεται εύκολα, ενώ αν δεν θεραπευτεί, μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρά προβλήματα υγείας

Τα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα αποτελούν σημαντικό πρόβλημα για τη δημόσια υγεία. Τα νοσήματα που μεταδίδονται με τη σεξουαλική επαφή περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, τη σύφιλη, τη γονόρροια, τις χλαμυδιακές λοιμώξεις, τον έρπητα των γεννητικών οργάνων, τη βακτηριακή κόλπωση, τις λοιμώξεις από τριχομονάδες, τις λοιμώξεις από τον ιό των ανθρωπίνων θηλωμάτων, τις ηπατίτιδες και την ιδιαίτερα σημαντική HIV λοίμωξη.


Συχνά, αντί του όρου σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα (ΣΜΝ) χρησιμοποιείται ο όρος σεξουαλικά μεταδιδόμενες λοιμώξεις, για να συμπεριλάβει και τις περιπτώσεις των ατόμων που δεν εμφανίζουν συμπτώματα.

Η πρόληψη της διασποράς των νοσημάτων αυτών προϋποθέτει τροποποίηση συμπεριφοράς, αντιλήψεων, συνηθειών και πρακτικών. Σύμφωνα με τους διεθνείς οργανισμούς δημόσιας υγείας, η πρόληψη και ο έλεγχος βασίζεται στις ακόλουθες στρατηγικές:

Α. Προγράμματα ενημέρωσης, παρέμβασης και προαγωγής υγείας, συμβουλευτική για τις συμπεριφορές υψηλού κινδύνου και την ανάγκη υιοθέτησης ασφαλέστερων πρακτικών (συστηματική χρήση προφυλακτικού).

Β. Ολοκληρωμένη αντιμετώπιση των Σεξουαλικώς Μεταδιδόμενων Νοσημάτων που περιλαμβάνει:

Διάγνωση (κλινική/ εργαστηριακή) Κατάλληλη θεραπεία Ενημέρωση των σεξουαλικών συντρόφων του/της ασθενούς. Δήλωση και καταγραφή κάθε κρούσματος που βρίσκεται υπό επιτήρηση στις αρμόδιες υπηρεσίες

Το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (ΚΕΕΛΠΝΟ), μέσω του γραφείου HIV Λοίμωξης και ΣΜΝ, επιτηρεί τις χλαμυδιακές λοιμώξεις, τη σύφιλη και τη γονόρροια παρέχοντας πληροφορίες για την επιδημιολογική τους εικόνα στη χώρα μας.

Επιπλέον, έχει αναπτύξει δράσεις με σκοπό την αντιμετώπιση των λοιμώξεων αυτών, σε συνεργασία με δίκτυο κλινικών και εργαστηριακών εμπειρογνωμόνων.

Σύμφωνα με τα δεδομένα της ευρωπαϊκής επιτήρησης που διατηρεί το Ευρωπαϊκό Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων και συμμετέχει η χώρα μας, πάνω από το 70% των δηλωθέντων περιστατικών χλαμυδιακών λοιμώξεων, περίπου το 40% των περιστατικών γονόρροιας και 17% των συφιλιδικών λοιμώξεων αφορούσαν νεαρά άτομα 15 έως 24 ετών.

Βασικές πληροφορίες για τις χλαμυδιακές λοιμώξεις, τη γονόρροια και τη σύφιλη.
Οι χλαμυδιακές λοιμώξεις είναι λοιμώξεις που μεταδίδονται με τη σεξουαλική επαφή, οι οποίες προκαλούνται από το βακτήριο Chlamydia trachomatis. Είναι λοιμώξεις οι οποίες επηρεάζουν αναλογικά περισσότερο τα νέα άτομα. Αν και οι λοιμώξεις από χλαμύδια μπορεί να αντιμετωπιστούν με αντιμικροβιακή αγωγή, πολλές από αυτές παραμένουν αδιάγνωστες λόγω του υψηλού ποσοστού ασυμπτωματικών ασθενών (70% των γυναικών και πάνω από 50% των ανδρών).

Συνήθεις κλινικές εκδηλώσεις είναι στη γυναίκα η τραχηλίτιδα, ενώ η λοίμωξη στους άνδρες μπορεί να εντοπιστεί στην ουρήθρα, τον φάρυγγα ή τον πρωκτό, ανάλογα με το είδος της σεξουαλικής επαφής. Τόσο οι συμπτωματικές όσο και οι ασυμπτωματικές λοιμώξεις από Chlamydia Trachomatis μπορεί να προκαλέσουν επιπλοκές με κυριότερες τη χρόνια φλεγμονώδη νόσο της πυέλου και την προσβολή των σαλπίγγων που μπορεί να οδηγήσουν σε υπογονιμότητα στις γυναίκες. Επιπλέον, η απόφραξη των σαλπίγγων ως αποτέλεσμα χλαμυδιακών λοιμώξεων είναι σημαντικός παράγοντας κινδύνου για έκτοπη κύηση.

Η γονόρροια είναι μια επίσης σεξουαλικώς μεταδιδόμενη λοίμωξη, η οποία προκαλείται από το βακτήριο Neisseria gonorrhoeae και αφορά όλα τα σεξουαλικά ενεργά άτομα. Πολλά άτομα τα οποία έχουν γονόρροια δεν εμφανίζουν συμπτώματα.

Οταν υπάρχουν κλινικά συμπτώματα αυτά εμφανίζονται συνήθως 2-7 ημέρες (1-14 ημέρες) μετά την ύποπτη επαφή. Στον άνδρα εκδηλώνεται κυρίως ως ουρηθρίτιδα. Επίσης μπορεί να υπάρχει προσβολή του προστάτη, των όρχεων, του πρωκτού και του φάρυγγα. Στη γυναίκα οι συνήθεις κλινικές εκδηλώσεις είναι τραχηλίτιδα, ουρηθρίτιδα και σαλπιγγίτιδα.

Σπάνια υπάρχουν σοβαρές εκδηλώσεις με πυρετό, προσβολή του δέρματος και των αρθρώσεων. Η γονόρροια αντιμετωπίζεται και θεραπεύεται με κατάλληλη αντιμικροβιακή αγωγή. Αν δεν θεραπευτεί, μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρά προβλήματα υγείας.

Η σύφιλη προκαλείται από το βακτήριο Treponema pallidum. Ο χρόνος επώασης της σύφιλης κυμαίνεται από 10-90 ημέρες (συνήθως 21 ημέρες). Η σύφιλη χωρίζεται σε κλινικά στάδια: στην πρωτογόνο, στη δευτερογόνο, στη λανθάνουσα σύφιλη και στην τριτογόνο.

Η πρωτογόνος σύφιλη εκδηλώνεται κυρίως ως ανώδυνο, περιγεγραμμένο έλκος (πληγή), που μπορεί να εμφανιστεί κυρίως στη γεννητική χώρα αλλά και σε άλλα σημεία του σώματος, αναλόγως με τον τύπο της σεξουαλικής επαφής. Στα πρώτα στάδια της λοίμωξης η σύφιλη αντιμετωπίζεται και θεραπεύεται εύκολα. Αν δεν θεραπευτεί, μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρά προβλήματα υγείας.

Θα πρέπει να τονιστεί ότι για τις ανωτέρω λοιμώξεις είναι απαραίτητος ο έλεγχος και η θεραπεία των ερωτικών συντρόφων καθώς και η αναζήτηση και άλλων σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων. Τέλος πρέπει να επισημανθεί ότι η θεραπεία δεν αφήνει ανοσία (δηλαδή υπάρχει κίνδυνος επαναμόλυνσης).

Αναδυόμενα προβλήματα και δράσεις Δημόσιας Υγείας
Στόχος της Δημόσιας Υγείας είναι η υποστήριξη των συστημάτων που αφορούν την επιδημιολογική επιτήρηση, την πρόληψη, τον διαγνωστικό έλεγχο αλλά και τη θεραπεία και φροντίδα των ασθενών. Η διάγνωση και η θεραπεία των ασθενών με σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα, πέρα από τη σημασία που έχει για την ατομική υγεία, διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην πρόληψη εμποδίζοντας την περαιτέρω μετάδοση των λοιμώξεων. Σε παγκόσμιο και ευρωπαϊκό επίπεδο ιδιαίτερη ανησυχία προκαλεί η αυξανόμενη αντοχή του γονοκόκκου στα αντιβιοτικά.

Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της Ευρωπαϊκής Μελέτης Αντοχής Γονοκόκκου στα αντιβιοτικά η μειωμένη ευαισθησία του γονοκόκκου στην κεφιξίμη (ένα από τα συνιστώμενα αντιβιοτικά για τη θεραπεία του) αυξήθηκε από 4% το 2009 σε 9% το 2010 σε 17 χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης.

*Ιατρός ΚΕΕΛΠΝΟ

Διαβάστε ακόμη...

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *