Η μακρόχρονη ανεργία γερνάει πιο γρήγορα τους άνδρες

4AA45D9E08CAD921F72FEC8432720F75.jpg

  Οι άνδρες που έχουν μείνει άνεργοι για περισσότερα από δύο χρόνια, δείχνουν σημάδια ταχύτερης γήρανσης στο DNA τους, σύμφωνα με μια νέα βρετανο-φινλανδική επιστημονική έρευνα.

 Όπως αναφέρει το ΑΜΠΕ είναι η πρώτη μελέτη που δείχνει ότι η μακρόχρονη ανεργία είναι επιζήμια και σε κυτταρικό επίπεδο. Εξάλλου, μια άλλη ευρωπαϊκή μελέτη κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι άνθρωποι που σε νεότερη ή μέση ηλικία βιώνουν οικονομική ύφεση, κινδυνεύουν περισσότερο από άνοια αργότερα στη ζωή τους.

Οι ερευνητές της Ιατρικής Σχολής του πανεπιστημίου Imperial του Λονδίνου και του πανεπιστημίου Οούλου (στη Φινλανδία), με επικεφαλής τη δρ. Τζέσικα Μπάξτον και τη δρ. Λίνα Αλα-Μουρσούλα αντίστοιχα, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό “PLoS ONE”, ανέλυσαν δείγματα αίματος και DNA από 5.620 άνδρες και γυναίκες με μέση ηλικία 31 ετών.

Οι επιστήμονες εστίασαν στο μήκος των τελομερών στις άκρες των χρωμοσωμάτων, που προστατεύουν τον γενετικό κώδικα από εκφυλισμό. Όσο μικρότερο είναι το μήκος των τελομερών, τόσο μεγαλύτερη θεωρείται η βιολογική ηλικία κάποιου, οπότε καθίσταται πιο επιρρεπής σε διάφορες χρόνιες ασθένειες (καρδιοπάθειες, διαβήτη τύπου 2, καρκίνο κ.α.) και συνεπώς σε πρόωρο θάνατο.

Τα τελομερή συρρικνώνονται ούτως ή άλλως με το πέρασμα του χρόνου, όμως η συρρίκνωσή τους μπορεί να επιταχυνθεί υπό την επήρεια βιολογικών και περιβαλλοντικών παραγόντων (πχ τραυματικών γεγονότων στην παιδική ηλικία).

Η έρευνα έδειξε ότι οι άνδρες που είχαν μείνει στην ανεργία για πάνω από μία διετία, είχαν υπερδιπλάσια πιθανότητα να έχουν μικρότερα τελομερή, σε σχέση με όσους εργάζονταν συνεχώς.

Το ίδιο όμως δεν ίσχυε για τις μακροχρόνια άνεργες γυναίκες, για άγνωστους λόγους. Μελλοντικές μελέτες, σύμφωνα με τους ερευνητές, θα πρέπει να διαφωτίσουν το ζήτημα, αν δηλαδή όντως η μακροχρόνια ανεργία είναι πιο επιζήμια για το «βιολογικό ρολόι» των ανδρών από ό,τι των γυναικών.

Η δεύτερη μελέτη, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό επιδημιολογίας «Journal of Epidemiology and Community Health», με επικεφαλής τη δρ. Ανια Λάιστ του πανεπιστημίου του Λουξεμβούργου, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι απολύσεις, η υποχρεωτική μερική απασχόληση, ο χαμηλότερος μισθός και η γενικότερη υποβάθμιση των συνθηκών εργασίας, όλα αυτά δηλαδή που συνήθως παρατηρούνται σε συνθήκες ύφεσης μιας οικονομίας, έχουν επίπτωση στις γνωσιακές- νοητικές επιδόσεις των ανθρώπων και μάλιστα σε βάθος χρόνου.

Οι ερευνητές ανέλυσαν στοιχεία για περίπου 12.000 ανθρώπους άνω των 50 ετών σε 11 ευρωπαϊκές χώρες. Οι επιστήμονες εστίασαν στην επίπτωση που είχαν στους ανθρώπους ηλικίας 50 έως 74 ετών οι κατά καιρούς υφέσεις, τις οποίες είχαν προηγουμένως βιώσει σε μικρότερη ηλικία (25 έως 49 ετών). Οι περισσότεροι άνθρωποι είχαν βιώσει τουλάχιστον μια ύφεση στην περασμένη ζωή τους.

Η ανάλυση έδειξε ότι όσοι δεν είχαν ζήσει καθόλου την εμπειρία της ύφεσης πριν τα 50 τους, κατά τις επόμενες δεκαετίες της ζωής τους (50- 74 ετών) εμφάνιζαν κατά μέσο όρο μικρότερη επιδείνωση των νοητικών- γνωσιακών επιδόσεών τους σε σχέση με όσους είχαν βιώσει υφέσεις, ιδίως όσους είχαν περάσει πάνω από τέσσερις καταστάσεις ύφεσης.

Διαβάστε ακόμη...

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *