Φως στην υπογονιμότητα των γυναικών κάτω των 40 ετών

 
Σε υπογονιμότητα οδηγεί κατά κύριο λόγο η πρόωρη ωοθηκική ανεπάρκεια, δηλαδή η εξάντληση των ωοθυλακίων και ωαρίων μιας γυναίκας ηλικίας κάτω των 40 ετών.


Μπορούν, όμως, να παρατηρηθούν και άλλα προβλήματα υγείας στη γυναίκα, εξ αιτίας της πολύ πρώιμης έκπτωσης της ορμονικής λειτουργίας της ωοθήκης, όπως οστεοπόρωση και βλάβες του καρδιαγγειακού συστήματος. Για τον λόγο αυτό, συνιστάται η χορήγηση ορμονικής θεραπείας υποκατάστασης για ορισμένα χρόνια, προκειμένου να προστατευθούν οι γυναίκες αυτές από την έλλειψη οιστρογόνων, αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.

«Οι αιτίες αυτού του προβλήματος δεν είναι ακόμα πλήρως γνωστές. Είναι, όμως, γνωστό ότι σ΄ ένα σημαντικό ποσοστό υπάρχει κληρονομική προδιάθεση, ενώ σε άλλες σπανιότερες περιπτώσεις υπάρχουν γενετικά αίτια, τα οποία μπορεί να συνδέονται και με άλλα προβλήματα υγείας. Επίσης, υπάρχουν ιατρογενείς λόγοι, όπως η αφαίρεση των ωοθηκών, η χημειοθεραπεία και η ακτινοθεραπεία στην οποία υποβάλλονται οι γυναίκες που έχουν προσβληθεί από καρκίνο» εξήγησε ο καθηγητής Μαιευτικής και Γυναικολογίας στο ΑΠΘ, Βασίλειος Ταρλατζής, κατά τη διάρκεια συνέντευξης τύπου στο πλαίσιο του 12ου Πανελλήνιου Συνεδρίου Μαιευτικής και Γυναικολογίας.

Σύμφωνα με προσωπικές εκτιμήσεις του κ Ταρλατζή, οι οποίες όπως είπε δεν είναι τεκμηριωμένες από επιστημονικές έρευνες, ένα ποσοστό 10% των γυναικών παρουσιάζει πρόωρη ωοθηκική ανεπάρκεια.

«Τα τελευταία χρόνια η ηλικία απόκτησης του πρώτου παιδιού στη χώρα μας, όπως και στις περισσότερες δυτικές κοινωνίες, έχει αυξηθεί κατά περίπου 7-10 χρόνια. Ενώ, λοιπόν, η ηλικία απόκτησης πρώτου παιδιού ήταν 20-25 χρόνια τώρα είναι 30-35. Επειδή οι γυναίκες αποκτούν σε μεγαλύτερη ηλικία παιδί, διαπιστώθηκε ότι κάποιες από αυτές παρουσιάζουν πρόωρη εξάντληση των ωοθυλακίων και ωαρίων με αποτέλεσμα τη μείωση της γονιμότητας και την έκπτωση της παραγωγής των ορμονών από τις ωοθήκες, γεγονός που συνιστά την έννοια της ωοθηκικής ανεπάρκειας» πρόσθεσε ο κ Ταρλατζής.

Η λύση που προτείνεται για γυναίκες, που δεν είναι έτοιμες να αποκτήσουν παιδί είναι η κρυοσυντήρηση των ωαρίων τους σε νεαρή ηλικία, τότε που υπάρχουν σε αφθονία, ούτως ώστε να μπορέσουν να τεκνοποιήσουν αργότερα όταν δεν θα έχουν επαρκή ωάρια.

Εξάλλου, στις γυναίκες που λαμβάνουν φάρμακα για τη διέργερση των ωοθηκών
προκειμένου να ληφθούν πολλά ωάρια για εξωσωματική γονιμοποίηση, εφαρμόζεται πλέον μια νέα τεχνική προκειμένου να αποφευχθεί το σύνδρομο της υπερδιέγερσης των ωοθηκών.

Το σύνδρομο αυτό είναι μία από τις επιπλοκές της φαρμακευτικής διέγερσης των ωοθηκών και έχει ως συνέπεια τη μεγάλη διόγκωσή τους, λόγω της παραγωγής πολλών ωοθυλακίων και, επί πλέον, τη διαφυγή υγρού από αυτά στην κοιλιά, με αποτέλεσμα να προκαλείται έντονη δυσφορία στη γυναίκα. Το φαινόμενο αυτό πυροδοτείται σε κάποιες γυναίκες από το τελευταίο φάρμακο, που χορηγείται (χοριακή γοναδοτροπίνη) και επιδεινώνεται σε περίπτωση εγκυμοσύνης, λόγω της αυξανόμενης παραγωγής της χοριακής γοναδοτροπίνης από το έμβρυο ή τα έμβρυα.

«Μέχρι πρόσφατα, παρά την προσπάθεια των ειδικών γιατρών, δεν ήταν πάντοτε δυνατόν να αποτραπεί η εμφάνιση της επιπλοκής αυτής.

Τον τελευταίο καιρό, ένα καινούργιο πρωτόκολλο διέγερσης των ωοθηκών επιτρέπει την επιτυχή ωρίμανση και λήψη των ωαρίων, χωρίς την εμφάνιση του συνδρόμου.

Επί πλέον, τα γονιμοποιημένα ωάρια μπορούν να καταψυχθούν, ώστε να μεταφερθούν με απόλυτη ασφάλεια στον επόμενο κύκλο της γυναίκας. Με τον τρόπο αυτό είναι σήμερα δυνατόν να αποφευχθεί πλήρως αυτή η βασανιστική και πολλές φορές επικίνδυνη επιπλοκή στις γυναίκες που υποβάλλονται σε εξωσωματική γονιμοποίηση. Ως εκ τούτου, η μέθοδος αυτή συνιστά μία σημαντική πρόοδο στην ασφάλεια της εξωσωματικής γονιμοποίησης», ανέφερε ο κ Ταρλατζής.

Λόγω της αύξησης τα τελευταία χρόνια των τεχνικών υποβοηθούμενης αναπαραγωγής παρατηρούνται πλέον συχνά πολύδυμες κυήσεις, οι οποίες θεωρούνται υψηλού κινδύνου και χρήζουν ιδιαίτερης προσοχής.

«Ενώ η συχνότητα των διδύμων φυσικών κυήσεων είναι 1%, στις γυναίκες που κάνουν, εξωσωματική είναι 25%, ενώ η συχνότητα των φυσικών τρίδυμων κυήσεων που είναι μία στις 3200 γεννήσεις, στις γυναίκες που κάνουν εξωσωματική είναι μία στις 22. Στις μονήρεις κυήσεις η συχνότητα προεκλαμψίας είναι 7%, στις δίδυμες 14% και στις τρίδυμες 21%.

Η συχνότητα εγκεφαλικής παράλυσης στα δίδυμα είναι 5 φορές μεγαλύτερη από ότι στις μονήρεις κυήσεις, ενώ στα τρίδυμα είναι 20 φορές μεγαλύτερη, γεγονός που οφείλεται στα προβλήματα της προωρότητας, της υπολειπόμενης ενδομήτριας ανάπτυξης των πολυδύμων εμβρύων και των επιπλοκών που συμβαίνουν κατά τη διάρκεια του τοκετού. Άρα θεωρούνται υψηλού κινδύνου κυήσεις και χρειάζονται ιδιαίτερη φροντίδα και προσοχή», ανάφερε ο καθηγητής Μαιευτικής και Γυναικολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών Άρις Αντσακλής.

Τόσο ο κ Αντσακλής όσο και ο κ Ταρλατζής επισήμαναν ότι όταν γίνεται εξωσωματική γονιμοποίηση το σωστό είναι να εμφυτεύονται στις γυναίκες κάτω των 40 ετών ένα ή το πολύ δύο γονιμοποιημένα ωάρια. Μάλιστα ο κ Αντσακλής χαρακτήρισε ως ιατρικό σφάλμα τις πολύδυμες κυήσεις μετά από εξωσωματική.

Διαβάστε ακόμη...

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *