Τι δείχνει η πρώτη έρευνα για τις επιπτώσεις της γενικής αναισθησίας σε πολύ μικρά παιδιά

Την ισχυρότερη μέχρι σήμερα ένδειξη ότι μια σύντομη έκθεση σε γενική αναισθησία είναι ασφαλής για τα πολύ μικρά παιδιά παρέχει διεθνής επιστημονική κλινική έρευνα, η πρώτη του είδους της.

Όμως, η ασφάλειά της γενικής αναισθησίας παραμένει ασαφής αν διαρκέσει περισσότερο ή αν επαναλαμβάνεται συχνά.

Η πρώτη τυχαιοποιημένη κλινική δοκιμή που μελέτησε την ασφάλεια της αναισθησίας, έγινε σε 722 βρέφη σε 28 νοσοκομεία σε επτά ανεπτυγμένες χώρες και δημοσιεύτηκε στο ιατρικό περιοδικό «The Lancet». Τα παιδιά χωρίστηκαν τυχαία σε δύο ομάδες: Τα 363 έκαναν μια επέμβαση με γενική αναισθησία (με μέση διάρκεια 54 λεπτών) και τα υπόλοιπα 359 με τοπική αναισθησία.

Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον καθηγητή Άντριου Ντέιβιντσον του Ινστιτούτου Ερευνών Παίδων Μέρντοχ της Αυστραλίας, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι δεν υπήρξαν διαφορές ανάμεσα στις δύο ομάδες. Μια γενική αναισθησία διάρκειας έως μιας ώρας -αρκετή για να πραγματοποιηθούν οι συχνότερες μικροεπεμβάσεις σε παιδιά- δεν φαίνεται να επιφέρει νευροαναπτυξιακά ή συμπεριφορικά προβλήματα έως την ηλικία των πέντε ετών. Τα τεστ ευφυίας που έγιναν σε αυτή την ηλικία δεν έδειξαν διαφορές στο δείκτη νοημοσύνης (IQ) ανάμεσα στα παιδιά που είχαν κάνει γενική αναισθησία και σε όσα είχαν κάνει τοπική, όπως εξηγεί το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.

«Σχεδόν οι μισές γενικές αναισθησίες που χορηγούνται σε νήπια χρησιμοποιούνται για λιγότερο από μια ώρα, συνεπώς, τα ευρήματά μας πρέπει να καθησυχάσουν τους επαγγελματίες της Υγείας και τα εκατομμύρια των γονιών, των οποίων τα παιδιά τους κάθε χρόνο σε όλο τον κόσμο υποβάλλονται σε χειρουργικές ή διαγνωστικές διαδικασίες με αναισθητικά φάρμακα», δήλωσε ο Ντέηβιντσον. «Αυτό σημαίνει ότι δεν είναι ανάγκη να καθυστερεί μια χειρουργική επέμβαση, ούτε οι αναισθησιολόγοι χρειάζεται να αποφεύγουν τη γενική αναισθησία για χάρη άλλων λιγότερο καθιερωμένων αναισθητικών τεχνικών» πρόσθεσε.

Κατά τα πρώτα τρία χρόνια της ζωής τους, περίπου ένα στα δέκα παιδιά στις ανεπτυγμένες χώρες -με άλλα λόγια εκατομμύρια παιδιά κάθε χρόνο- υποβάλλονται σε χειρουργικές, ιατρικές και διαγνωστικές διαδικασίες με γενική αναισθησία (αμυγδαλεκτομή, αποκατάσταση κήλης, ενδοσκοπήσεις, απεικονιστικές εξετάσεις κ.ά.).

Εδώ και τουλάχιστον μία δεκαετία αποτελεί θέμα επιστημονικού διαλόγου η πιθανή νευροτοξικότητα των ευρέως χρησιμοποιούμενων αναισθητικών φαρμάκων στα παιδιά. Το 2017 η Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) των ΗΠΑ προειδοποίησε ότι η παρατεταμένη ή επαναλαμβανόμενη αναισθησία σε παιδιά έως τριών ετών μπορεί να επηρεάσει την ανάπτυξη του εγκεφάλου τους. Όμως αυτή η προειδοποίηση είχε βασιστεί κυρίως σε μελέτες σε πειραματόζωα και όχι σε ανθρώπους, όπως σημειώνει το ΑΜΠΕ.

Μέχρι τώρα είχαν γίνει μόνο μελέτες παρατήρησης σε παιδιά, οι οποίες κατέληγαν σε συγκρουόμενα συμπεράσματα, με συνέπεια να μην είναι δυνατό να υπάρξει βεβαιότητα κατά πόσο η αναισθησία προκαλεί ή όχι προβλήματα στον παιδικό εγκέφαλο.

Διαβάστε ακόμη...