Το προσδόκιμο ζωής παγκοσμίως έχει αυξηθεί κατά τουλάχιστον μία εξαετία από το 1990 χάρη στη μείωση του ποσοστού των θανάτων από καρκίνο και από καρδιακά νοσήματα στις πλούσιες χώρες και στα υψηλότερα ποσοστά επιβίωσης από διάρροια, ελονοσία και φυματίωση στις φτωχές χώρες.
Σε μία ανάλυση των στοιχείων της μελέτης του 2013 με τίτλο “Παγκόσμια Επιβάρυνση Ασθενειών”, οι ερευνητές αναφέρουν ότι, ενώ το προσδόκιμο ζωής αυξάνεται παντού στον κόσμο, μία αξιοσημείωτη εξαίρεση παραμένει η νότια υποσαχάρια Αφρική, όπου οι θάνατοι από τον ιό HIV και το AIDS στέρησαν μία πενταετία από το μέσο προσδόκιμο μετά το 1990.
“Η πρόοδος που παρατηρούμε ενάντια σε μία πληθώρα ασθενειών και τραυματισμών είναι θετική–ακόμη και αξιοσημείωτη–αλλά μπορούμε και πρέπει να κάνουμε περισσότερα”, λέει ο Κρίστοφερ Μάρεϊ, καθηγητής Παγκόσμιας Υγείας στο πανεπιστήμιο της Ουάσινγκτον στις ΗΠΑ και επικεφαλής της έρευνας, η οποία δημοσιεύτηκε στην επιστημονική επιθεώρηση The Lancet.
Σύμφωνα με τον Μάρεϊ, η τεράστια αύξηση που σημειώθηκε στη συλλογική δράση και στη χρηματοδότηση για την αντιμετώπιση των πιθανώς θανατηφόρων ασθενειών όπως διάρροια, ιλαρά, φυματίωση, HIV και ελονοσία είχε ουσιαστικό αποτέλεσμα καθώς συνέβαλε στη μείωση των ποσοστών των θανάτων και στην επιμήκυνση του προσδόκιμου ζωής.
Αλλά όπως είπε ο ίδιος, κάποιες σοβαρές χρόνιες παθήσεις έχουν αγνοηθεί και αναδεικνύονται σε απειλητικές για τη ζωή, ειδικά οι διαταραχές από παρενέρεγειες φαρμάκων, η κίρρωση του ήπατος, ο διαβήτης και οι παθήσεις των νεφρών.
Η “Παγκόσμια Επιβάρυνση Ασθενειών” του 2013 παρέχει την πιο ολοκληρωμένη και επίκαιρη εκτίμηση του ετήσιου αριθμού θανάτων από 240 διαφορετικές αιτίες σε 188 χώρες και σε διάστημα 23 ετών–από το 1990 ως το 2013.
Η πιο πρόσφατη ανάλυση των στοιχείων της ομάδας του Μάρεϊ διαπίστωσε ότι κάποιες από τις φτωχότερες χώρες έχουν επιτύχει σημαντική πρόοδο ως προς την αύξηση του προσδόκιμου ζωής την περίοδο εκείνη με τους κατοίκους στο Νεπάλ, της Ρουάντα, της Αιθιοπία, του Νίγηρα, των Μαλδίβες, του Ανατολικό Τιμόρ και του Ιράν να ζουν σήμερα κατά μέσο όρο 12 χρόνια επιπλέον.
Ωστόσο, παρά τη δραματική μείωση του αριθμού παιδικών θανάτων τα τελευταία 23 χρόνια, η ελονοσία, η διάρροια και οι λοιμώξεις του αναπνευστικού, όπως η πνευμονία, βρίσκονται ακόμη στην πρώτη πεντάδα αιτιών παιδικής θνησιμότητας κάτω των πέντε ετών παγκοσμίως καθώς από αυτές πεθαίνουν κάθε χρόνο σχεδόν δύο εκατομμύρια παιδιά από ενός μηνός έως 59 μηνών.
Ένα άλλο αντιφατικό συμπέρασμα είναι ότι ενώ οι θάνατοι από HIV/AIDS παγκοσμίως μειώνονται κάθε χρόνο από το 2005 κι έπειτα, που έφθασαν στο ζενίθ, το HIV/AIDS παραμένει η συχνότερη αιτία πρόωρου θανάτου σε 20 από τις 48 χώρες της υποσαχάριας Αφρικής.